O Υπουργός Εσωτερικών με ανακοίνωση του φαίνεται ενοχλημένος από καταγγελίες ΜΚΟ για παραβιάσεις του νόμου, του ευρωπαϊκού δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των προσφύγων και μεταναστών και διατείνεται ότι, με την αναγκαστική «καραντίνα» εκατοντάδων προσφύγων σε συνωστισμένα κέντρα κράτησης, το υπουργείο του «κάνει ό,τι είναι δυνατό για την παροχή στέγης, σίτισης και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης», ακόμα και «παράνομων»! Για δε τις ελλείψεις στοιχειωδών υποδομών για διασφάλιση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, απαντά ότι τοποθετούνται «πρόσθετες μονάδες υγιεινής και ενισχύεται η ηλεκτροδότηση».
Ο Υπουργός Εσωτερικών δεν απαντά εντούτοις στις καταγγελίες που διατυπώνονται ως προς τις κατάφωρες παραβιάσεις του περί Προσφύγων Νόμου και του Ευρωπαϊκού δικαίου που απαγορεύουν κατά κύριο κανόνα την κράτησή τους ούτε και ως προς την περιφρόνηση όλων των συστάσεων και εκκλήσεων από διεθνείς και ευρωπαϊκούς φορείς όπως π.χ. του Συμβουλίου της Ευρώπης (ΣτΕ) που με δέσμη μέτρων (CoE Τoolkit) καλεί τα κράτη μέλη για αντιμετώπιση της πανδημίας «με τρόπο που σέβεται τις θεμελιώδεις αξίες της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων», ενώ η Επίτροπος Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΣτΕ κάλεσε τα κράτη μέλη να απελευθερώσουν μετανάστριες/τες και πρόσφυγες που κρατούνται σε κέντρα κράτησης «στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό».
Η νέα μεταναστευτική πολιτική του Υπουργού έχει ως επίκεντρο την κράτηση αιτητών ασύλου και τη συγκέντρωσή τους σε Κέντρα «φιλοξενίας» αιτούντων άσυλο στην Πουρνάρα και την Κοφίνου τα οποία έχουν μετατραπεί σε κλειστά κέντρα κράτησης, κάτω από απαράδεκτες, απάνθρωπες και εξευτελιστικές συνθήκες διαβίωσης, στερώντας τους βασικά ανθρώπινα δικαιώματα αλλά και εκθέτοντάς την υγεία τους σε κίνδυνο και κατ΄ επέκταση της κοινωνίας ολόκληρης, ενώ ταυτόχρονα έχουν ανασταλεί οι διαδικασίες εξέτασης αιτήσεων ασύλου. Ήδη, νοσηλεύτρια στο Κέντρο Κράτησης Παράτυπων Μεταναστών στη Μενόγεια έχει διαγνωστεί με κορονωϊό ενώ αστυνομικοί που υπηρετούν εκεί έχουν τεθεί σε καραντίνα, χωρίς εντούτοις να ληφθεί κανένα απολύτως μέτρο για την προστασία της υγείας των προσφύγων και μεταναστών που κρατούνται εκεί και χωρίς κανένας από αυτούς να υποβληθεί σε τεστ κορωνοϊού, παρά το γεγονός ότι μας έχουν αναφερθεί περιπτώσεις κρατουμένων που έχουν κάποια συμπτώματα. Σε πλήρη δε αντίθεση με την κοινή λογική αλλά και παραβιάζοντας τα διατάγματα του Υπουργού Υγείας για την απαγόρευση ακόμα και μικρών ομαδικών συγκεντρώσεων, ο Υπουργός Εσωτερικών, διέταξε χθες τη μεταφορά κρατουμένων από τη Μεννόγεια στο Κέντρο Κράτησης Πουρνάρα, κρατώντας τους ακριβώς στους ίδιους χώρους όπου κρατούνται άλλα 700 άτομα, χωρίς καμία εξέταση, διακινδυνεύοντας την υγεία τους αλλά και τη δημόσια υγεία γενικότερα.
Ο Υπουργός Εσωτερικών δεν εξηγεί επίσης ότι, ενόψει της διαχρονικής απουσίας οποιασδήποτε πολιτικής στέγασης προσφύγων και μεταναστριών/τών, «στέγη» για τους κρατούμενους αιτητές ασύλου είναι μια τέντα ή άλλη πρόχειρη κατασκευή ενώ για μερίδα μεταναστριών/των, κυρίως αυτών χωρίς χαρτιά, η έννοια της «στέγης» συμπυκνώνεται σε ένα κρεβάτι δίπλα σε 5 ή 10 άλλα σε ένα δωμάτιο σε άθλια κατάσταση αλλά με τσουχτερό ενοίκιο. Το ίδιο και με την «ιατροφαρμακευτική περίθαλψη», στο πλαίσιο της οποίας οι αιτούντες άσυλο περιορίζονται στα προ-ΓΕΣΥ εποχή γενικά νοσοκομεία, χωρίς τη δυνατότητα εγγραφής σε προσωπικό γιατρό με ό,τι αυτό συνεπάγεται, ιδιαίτερα σήμερα στις συνθήκες του κορονωϊού, ενώ η πλειοψηφία των μεταναστριών/των, ακόμα και αυτών που συνεισφέρουν στο ΓΕΣΥ εδώ και πάνω από ένα χρόνο, εξακολουθούν να αποκλείονται από εγγραφή στο σύστημα, με αποτέλεσμα να παραπέμπονται σε ανύπαρκτο προσωπικό γιατρό όταν αποτείνονται στα τμήματα πρώτων βοηθειών.
Ομολογώντας κατά τα άλλα ότι τα πιο πάνω μέτρα λήφθηκαν στην απουσία κρουσμάτων του κορονωϊού μεταξύ των αιτούντων άσυλο, ο Υπουργός θεωρεί ότι η αναγκαστική μετακίνηση και κράτηση τους στην Πουρνάρα και την Κοφίνου «κρίθηκε επιβεβλημένη … επειδή διαπιστώθηκε ότι δεν πειθαρχούσαν στα περιοριστικά μέτρα». Χωρίς να τεκμηριώνει τους ισχυρισμούς του ο Υπουργός προχωρά στο στιγματισμό και την αυθαίρετη τιμωρητική μεταχείριση (στέρηση της ελευθερίας )μεταναστών και προσφύγων.
Με την ίδια λογική «επιβεβλημένη», και «εύλογη» κατά το δημοσιογράφο του «Φ», κρίθηκε και η υπέρμετρη, σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, άσκηση βίας από τη μονάδα «Ζ» της αστυνομίας κατά την πρόσφατη σύλληψη δύο μεταναστών για μη συμμόρφωση με τα περιοριστικά μέτρα. Στο πλαίσιο του τοξικού κλίματος που δημιουργεί η πολιτική της κυβέρνησης και του Υπουργού Εσωτερικών, στην οποία περιλαμβάνεται και η αξιοποίηση του στρατού με κοινές περιπολίες στην παλιά Λευκωσία, έναντι των μεταναστευτικών και προσφυγικών κοινοτήτων, η μονάδα «Ζ» φαίνεται να επικεντρώνει τη δράση της στην παλιά πόλη της Λευκωσίας, στοχεύοντας με ρατσιστικό μένος σε μετανάστριες/τες και πρόσφυγες, και εξαντλώντας τα απωθημένα κάποιων, τουλάχιστον, μελών της για επίδειξη δύναμης και εξουσίας, με την άσκηση λεκτικής και σωματικής βίας όπως στην πιο πάνω σύλληψη. Ενίοτε, στην «εργασία» αυτή η αστυνομία «συνοδεύεται» από κάποιους δημοσιογράφους που εντελώς «τυχαία» παρευρίσκονται σε κάποιες περιπτώσεις δίπλα από την αστυνομία και σπεύδουν όχι μόνο να εξωραΐσουν αλλά και να προωθήσουν το έργο της με το ανάλογο φωτογραφικό και δημοσιογραφικό έργο.
Η ΚΙΣΑ επαναλαμβάνει τη θέση της ότι οι πολιτικές και ενέργειες του Υπουργού Εσωτερικών και της κυβέρνησης, τόσο αναφορικά με τη μαζική κράτηση, την αυθαίρετη αναστολή των διαδικασιών ασύλου κατά τη διάρκεια της πανδημίας όσο και αναφορικά με την μη ισότιμη με τους Κύπριους πολίτες πρόσβαση στο δικαίωμα στην υγεία, αποτελούν κατάφωρη παραβίαση του περί Προσφύγων Νόμου, του ευρωπαϊκού δικαίου και του διεθνούς δικαίου ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά είναι και άκρως επικίνδυνες για την υγεία των αιτούντων ασύλου και τη δημόσια υγεία γενικότερα.
Η ΚΙΣΑ δηλώνει ότι κατανοεί πλήρως την αναγκαιότητα συμμόρφωσης με τα περιοριστικά μέτρα και ότι η μικρή μερίδα πολιτών, συμπεριλαμβανομένων και μεταναστριών/των που τα παραβαίνει, θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ισότιμα όπως και όλος ο υπόλοιπος πληθυσμός. Η ρατσιστική αντιμετώπιση, η βία και ο στιγματισμός όλου ανεξαίρετα του μεταναστευτικού και προσφυγικού πληθυσμού ως εν δυνάμει παραβατών των μέτρων και, επομένως, επικίνδυνων για τη δημόσια υγεία, αποτελεί κατάφωρη παραβίαση των βασικών αρχών της ισονομίας, του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, υποβιβάζοντας και καταρρακώνοντας τη δημοκρατία και τον πολιτισμό της χώρας μας.
Η ΚΙΣΑ εκτιμά ως θετική της παρέμβαση τόσο της Ύπατης Αρμοστείας για τους Πρόσφυγες όσο και της Επιτρόπου Διοικήσεως και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων όμως οι παρεμβάσεις αυτές δεν πρέπει να περιοριστούν σε γενικές τοποθετήσεις του «θα ετοιμαστεί έκθεση» … αλλά θα έπρεπε να θέσουν επιτακτικά την ανάγκη λήψης άμεσων μέτρων για αποκατάσταση της νομιμότητας και του κράτους δικαίου. Ούτε η επίσκεψη υπό μορφή «ξενάγησης» από τον Υπουργό ούτε η παραχώρηση «200 επιπλέων αντίσκηνων» θα οδηγήσει στην κάμψη της παράνομης πολιτικής και των παραβιάσεων από πλευράς του Υπουργείου.
Η ΚΙΣΑ έχει προχωρήσει σε νομικά μέτρα, περιλαμβανομένου του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, αλλά και ετοιμασία καταγγελίας κατά των μέτρων του Υπουργείου. Ταυτόχρονα καλεί τις άλλες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, ανεξάρτητες αρχές και τις αρμόδιες κοινοβουλευτικές επιτροπές για άμεση και δυναμική παρέμβαση ώστε να αποκατασταθεί πλήρως η συμμόρφωση με την νομιμότητα και το κράτος δικαίου από πλευράς της κυβέρνησης.
Διοικητικό Συμβούλιο