Η ΚΙΣΑ καταδικάζει την απόφαση που έλαβε το Υπουργικό Συμβούλιο στις 18 Ιουλίου για τον καθορισμό των δημόσιων βοηθημάτων που θα λαμβάνουν οι αιτητές ασύλου και τα πρόσωπα με προσωρινό καθεστώς για ανθρωπιστική προστασία στην Κύπρο ως ρατσιστική, απάνθρωπη και εξευτελιστική για τα άτομα που εισέρχονται στη Κύπρο με σκοπό να ζητήσουν και να λάβουν διεθνή προστασία.
Σύμφωνα με την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου στις 18 Ιουλίου, το ύψος των επιδομάτων που θα λαμβάνουν οι αιτητές ασύλου καθορίζεται ως ακολούθως:
Δημόσιο βοήθημα προς πρόσωπα που αιτούνται άσυλο/διαμένουν με καθεστώς ανθρωπιστικής προστασίας μετά τη σχετική απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου και τη ψήφιση αλλαγών στις σχετικές νομοθεσίες
– Είδη ένδυσης, υπόδησης και σίτιση (υπό μορφή κουπονιών)
1 άτομο €150 / 2 άτομα €225 / 3 άτομα €300 / 4+ άτομα €375
– Έξοδα λογαριασμών (νερό, ηλεκτρισμός, τηλέφωνο κ.ά. προσωπικά έξοδα)
1 άτομο €70 / 2 άτομα €95 / 3 άτομα €130 / 4+ άτομα €160
– Ενοίκιο (θα καταβάλλεται απευθείας στον ιδιοκτήτη στέγης)
1 άτομο €100 / 2 άτομα €100 / 3 άτομα €150 / 4+ άτομα €200
– Σύνολο
1 άτομο €320 / 2 άτομα €420 / 3 άτομα €580 / 4+ άτομα €735
Η ΚΙΣΑ εκτιμά ότι το ύψος των βοηθημάτων που έχει καθορίσει το Υπουργικό δεν μπορεί να διασφαλίσει αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης στους αιτητές ασύλου, καθώς είναι ανέφικτο για ένα ή δύο άτομα να εξασφαλίσουν στέγαση με €100, τρία άτομα με €150 και τέσσερα άτομα και άνω με €200. Παράλληλα, είναι ανέφικτο για ένα άτομο να καλύπτει τις καθημερινές και βασικές ανθρώπινες ανάγκες του με μόλις €5, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων σίτισης, ένδυσης και υπόδησης. Τέλος, τα πιο πάνω ποσά δεν λαμβάνουν υπόψη τις ειδικές ανάγκες αιτητών ασύλου που ανήκουν στις ευάλωτες ομάδες (άτομα με αναπηρία, έγκυοι κ.α.). Είναι πασιφανές ότι τα ποσά αυτά όχι μόνο δεν εξασφαλίζουν αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης, αλλά ούτε καν τις βασικές ανθρώπινες ανάγκες σίτισης, ένδυσης και στέγασης.
Επίσης, η ΚΙΣΑ καταδικάζει το γεγονός ότι υπό το βάρος των λαϊκιστικών, ρατσιστικών και εθνικιστικών δηλώσεων δημόσιων αξιωματούχων, δεν προηγήθηκε καμία μελέτη για την αξιολόγηση της καλύτερης δυνατής μορφής για τον τρόπο παροχής των υλικών συνθηκών υποδοχής των αιτητών ασύλου. Αντίθετα, η κυβέρνηση απλά έσπευσε να υιοθετήσει την πιο αναξιοπρεπή και εξευτελιστική μέθοδο, η οποία έχει ήδη κριθεί ως παράνομη σε άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε. Η απουσία οποιασδήποτε μελέτης θέτει υπό αμφισβήτηση το κατά πόσον η παροχή κουπονιών αναμένεται να κοστίσει λιγότερα απ’ ότι η παροχή επιδομάτων, πέραν βεβαίως των άλλων πολλαπλών προβλημάτων που θα επιφέρει ένα τέτοιο σύστημα και της καταπάτησης της αξιοπρέπειας των αιτητών ασύλου.
Παράλληλα, πέρα από το γεγονός ότι η κυβέρνηση προτείνει ένα τόσο πολύπλοκο και δαπανηρό ως προς τη διαχείριση του σύστημα, χωρίς όπως φαίνεται να έχει σχεδιάσει καν τον απαραίτητο μηχανισμό για την υλοποίηση του συγκεκριμένου μέτρου, η δημιουργία ενός συστήματος παραχώρησης και εξαργύρωσης κουπονιών για την κάλυψη των υλικών συνθηκών υποδοχής των αιτητών ασύλου ενδέχεται να οδηγήσει στη λειτουργία μίας παραοικονομίας αγοραπωλησίας κουπονιών και διεύρυνσης της διαφθοράς, από την οποία η Κύπρος ως γνωστόν πάσχει ήδη σε όλα τα επίπεδα.
Τέλος, επισημαίνεται ότι το ύψος των δημόσιων βοηθημάτων καθορίστηκε αυθαίρετα και χωρίς την απαιτούμενη τεχνογνωσία από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας και στη συνέχεια κατατέθηκε προς έγκριση από το Υπουργικό Συμβούλιο. Το ύψος του δημόσιου βοηθήματος (€320) για ένα άτομο είναι επιεικώς απαράδεκτο και απάνθρωπο. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι το κατώτατο ποσό για αξιοπρεπή διαβίωση στην Κύπρο, κάτω από το όριο του οποίου ένα άτομο θεωρείται ότι αντιμετωπίζει άμεσα τον κίνδυνο φτώχειας είναι σχεδόν τριπλάσιο (€900). Σε αυτό το πλαίσιο και στη βάση της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, οι αιτητές ασύλου στην Κύπρο πλέον θα ζουν σε πραγματικές συνθήκες φτώχειας και εξαθλίωσης.
Οι πρόνοιες της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου παραβιάζουν επίσης τόσο το σύνταγμα της Κύπρου, όσο και το ευρωπαϊκό δίκαιο, ιδιαίτερα όσον αφορά την Ευρωπαϊκή Οδηγία για τις υλικές συνθήκες υποδοχής αιτητών ασύλου και των Οδηγιών για την καταπολέμηση των διακρίσεων, γεγονός το οποίο πιθανότατα να οδηγήσει την Κυπριακή Δημοκρατία σε πολιτική σύγκρουση με την Ευρωπαϊκή Ένωση και σε νομικές διαδικασίες ενώπιον του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Το γεγονός αυτό είναι πασιφανές μέσω της σύγκρισης του ύψους των δημόσιων βοηθημάτων προς τους αιτητές ασύλου με τα αντίστοιχα δημόσια βοηθήματα προς τα άτομα με διεθνή προστασία, Κύπριους και ευρωπαίους πολίτες.
Δημόσιο βοήθημα προς άτομα με διεθνή προστασία, κυπριακή ή άλλη υπηκοότητα της ΕΕ.
– Βασικές ανάγκες
1 άτομο €452 / Για κάθε εξαρτώμενο άτομο ηλικίας 14+ €226 / Για κάθε εξαρτώμενο άτομο ηλικίας 14– €135,60
– Ενοίκιο
1 άτομο €226 / Για κάθε εξαρτώμενο άτομο ηλικίας 14+ €339 / Για κάθε εξαρτώμενο άτομο ηλικίας 14– €293,80
– Πάνες
Επίδομα πανιών για κάθε βρέφος €41
– Επίδομα νηπιαγωγείου
Επίδομα νηπιαγωγείου για κάθε νήπιο που φοιτά €40
– Επίδομα αναπηρίας
Επίδομα αναπηρίας για κάθε ανάπηρο πρόσωπο €226
– Σύνολο
1 άτομο €678 / Για κάθε εξαρτώμενο άτομο ηλικίας 14+ €1017 / Για κάθε εξαρτώμενο άτομο ηλικίας 14– €881,40
Σε αυτό το πλαίσιο, η ΚΙΣΑ θεωρεί ότι η τροποποίηση της νομοθεσίας και ο επανακαθορισμός των ποσών για τα επιδόματα σε αιτητές ασύλου αποτελούν ένα ρατσιστικό, απάνθρωπο και παράνομο μέτρο, το οποίο στρέφεται εναντίον μίας πολύ μικρής και ευάλωτης κοινωνικής ομάδας, αποτελούμενης μόλις από 200 περίπου άτομα, τα οποία έχουν καταδικαστεί σε παντελή κοινωνική απόρριψη, περιθωριοποίηση και επιβίωση υπό συνθήκες φτώχειας και εξαθλίωσης. Ακόμη χειρότερα, οι πολιτικές αυτές αποφάσεις φαίνεται να αποτελούν μία συστηματική πλέον προσπάθεια να φορτωθούν στις πλάτες των πιο ευάλωτων κοινωνικών ομάδων της κυπριακής κοινωνίας, κυρίως των μεταναστών, των προσφύγων και των αιτητών ασύλου, οι πιο δυσμενείς συνέπειες της οικονομικής κρίσης που μαστίζει τον τόπο. Μία προσπάθεια, η οποία ουσιαστικά δεν συνεισφέρει σε τίποτα άλλο παρά μόνο στην ενίσχυση των θλιβερών και καταδικαστέων κοινωνικών φαινομένων της ξενοφοβίας, των διακρίσεων και του ρατσισμού. Τέλος, οι εν λόγω πολιτικές ανοίγουν το δρόμο για να πληγούν στην πορεία όλες οι ευάλωτες ομάδες της κοινωνίας, αφού τελικά εκείνο που καταφέρνουν είναι να μειώνουν και να καταργούν τα μέτρα κοινωνικής προστασίας ειδικότερα και την έννοια του κοινωνικού κράτους γενικότερα.