Πραγματοποιήθηκε χθες, 10/11/2021, στο Προεδρικό η πολυδιαφημιζόμενη ευρεία σύσκεψη για «… την κρίση που δημιουργείται σαν αποτέλεσμα των διογκούμενων μεταναστευτικών ροών» υπό την προεδρία του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Η κοινωνία ανέμενε από μια σύσκεψη που συγκλήθηκε από τον ύψιστο άρχοντα αυτού του κράτους, με τη συμμετοχή των αρχηγών του στρατού και της αστυνομίας και σχεδόν του συνόλου των Υπουργών, σημαντικές αποφάσεις που να δημιουργούν αίσθημα εμπιστοσύνης ότι η κυβέρνηση αντιλαμβάνεται την κατάσταση και ξέρει τι πρέπει να κάνει για να διαχειριστεί άλλο ένα σημαντικό θέμα που απασχολεί ολόκληρη την κυπριακή κοινωνία, έχοντας ως πυξίδα της πρωταρχικά το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των διεθνών της υποχρεώσεων.
Δυστυχώς, τα αποτελέσματα έχουν επιβεβαιώσει για μια ακόμη φορά ότι αυτή η κυβέρνηση ούτε σωστά μπορεί να εκτιμήσει την πραγματικότητα, ούτε το όραμα έχει για να μπορέσει να δώσει λύσεις σε ένα σοβαρό θέμα, το οποίο δεν θα πάψει ποτέ να υφίσταται όσο υπάρχουν πόλεμοι, φτώχεια και πείνα σε πολλές περιοχές και χώρες του πλανήτη. Η μετανάστευση υπήρχε ανέκαθεν αλλά μέσα από την εξέλιξη των κοινωνιών, προς το καλύτερο ή χειρότερο, διαφοροποιούνται και οι λόγοι που την προκαλούν.
Η χθεσινή σύσκεψη δεν φαίνεται να αναφέρθηκε καν στα δύο υποτιθέμενα θαυματουργά μέτρα που εδώ και καιρό προπαγανδίζουν, δηλαδή τις παράνομες αναχαιτήσεις και επαναπροωθήσεις προσφύγων που φτάνουν μέσω θάλασσας και της ανέγερσης φρακτών και τοποθέτησης ηλεκτρονικών συστημάτων παρακολούθησης κατά μήκος της Πράσινης Γραμμής, με σκοπό την παράνομη αποτροπή πρόσβασης των προσφύγων στο δικαίωμα ασύλου.
Δυστυχώς, η σύσκεψη δεν μπόρεσε ή δεν ήθελε να εκτιμήσει σωστά την πραγματικότητα ώστε να μπορεί να διαμορφώσει και τα ανάλογα μέτρα για διαχείριση του μεταναστευτικού στη βάση της νομιμότητας.
Οι αριθμοί των προσφύγων με βάρκες, είτε μέσω Τουρκίας ή Λιβάνου, είτε τελευταίως απευθείας από τη Συρία, κυμαίνονται σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία μεταξύ 1000 και 2000 άτομα το χρόνο και σε καμιά περίπτωση δεν δικαιολογούν τη ρητορική και παράνομη πρακτική που ανέπτυξε και εφαρμόζει το Υπουργείο Εσωτερικών.
Οι μεγάλοι αριθμοί, πέραν του 80% των ατόμων που περνούν από την Πράσινη Γραμμή και υποβάλλουν αίτηση ασύλου, είναι είτε υπήκοοι τρίτων χωρών που βρίσκονταν στη Δημοκρατία με άλλο νομικό καθεστώς και λόγω του αποτυχημένου μοντέλου μετανάστευσης που ακολουθεί αυτό το κράτος από το 1990, δεν έχουν άλλη επιλογή νόμιμης παραμονής πέραν της υποβολής αίτησης ασύλου, είτε άτομα που εξασφάλισαν είσοδο στις μη ελεγχόμενες από την κυβέρνηση περιοχές για φοίτηση στα πολυάριθμα ιδιωτικά ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που λειτουργούν εκεί τα τελευταία χρόνια. Δεν είναι καθόλου τυχαία η κατακόρυφη αύξηση των αιτήσεων από τον περασμένο Σεπτέμβριο που ξεκίνησε η νέα ακαδημαϊκή χρονιά.
Αντί η κυβέρνηση να μας πει πώς θα διαχειριστεί αυτό το πολύ σημαντικό πρόβλημα που όλο θα επιδεινώνεται χωρίς αφενός αλλαγή της μεταναστευτικής της πολιτικής και αφετέρου τη λύση του κυπριακού και τη βούληση συνεργασίας με τις τουρκοκυπριακές αρχές, καταφεύγει στο γνωστό τροπάρι «για όλα φταίει η Τουρκία» και την παράνομη απαίτηση για αναστολή του δικαιώματος υποβολής αιτήσεων ασύλου, κάτι που και νομικά και πρακτικά είναι αδύνατο να γίνει ακόμα και εάν η Δημοκρατία αποφασίσει να καταγγείλει όλες τις διεθνείς συμβάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που έχει υπογράψει και αποφασίσει την έξοδό της από την Ε.Ε.. Τονίζουμε ότι η αρχή της απαγόρευσης της επαναπροώθησης αποτελεί απόλυτη αρχή του διεθνούς εθιμικού δικαίου, που δεσμεύει όλα τα κράτη της διεθνούς κοινότητας, είτε έχουν υπογράψει συμβάσεις είτε όχι. Εκτός και εάν το επόμενο βήμα είναι το κτίσιμο τείχους όχι μόνο κατά μήκος της πράσινης γραμμή αλλά και γύρω από τη χώρα μας
Επαναλαμβάνουμε ότι δεν υφίσταται, από νομικής άποψης, θέμα «αιτήματος αναστολής του δικαιώματος πρόσβασης σε διαδικασίες ασύλου» προς οποιονδήποτε διεθνή οργανισμό ή την Ε.Ε., ενώ και μόνο η αναφορά σε τέτοια πολιτική απόφαση δημιουργεί ανεπανόρθωτη ζημιά σε μια χώρα που υποτίθεται αγωνίζεται για το δίκαιο της εδώ και πέραν των 47 ετών με λάβαρο της το διεθνές δίκαιο και το ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Διερωτόμαστε γιατί χρειαζόταν αυτή η ψηλού επιπέδου σύσκεψη για να μας επαναλάβουν το άκρως ρατσιστικό και ξενοφοβικό τους αφήγημα και τις “διαπιστώσεις” της ούτω καλούμενης ad hoc Επιτροπής της Βουλής για το δημογραφικό, της οποίας επαίσχυντα επέτρεψε η πλειοψηφία των κομμάτων να προεδρεύει το ακροδεξιό και νεοναζιστικό κόμμα της Κύπρου.
Η ΚΙΣΑ τονίζει ξανά ότι, μέχρι την επανένωση της χώρας ώστε να υπάρχει αποτελεσματικός έλεγχος στο σύνολο του εδάφους, θα πρέπει να υπάρξει συνεργασία με τις Τουρκοκυπριακές αρχές για το θέμα αυτό με τη στήριξη της ΕΕ και του ΟΗΕ. Η συζήτηση και συνεργασία μπορεί να προωθηθεί μέσα από τις δικοινοτικές Τεχνικές Επιτροπές, όπως προτείνει ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ στην έκθεση του (S/2021/634) προς το Συμβούλιο Ασφαλείας.