Με την ευκαιρία δημοσιευμάτων στον Τύπο για το θέμα της Οδηγίας 2003/109/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με το καθεστώς υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες η ΚΙΣΑ επισημαίνει τα ακόλουθα:
Η ΚΙΣΑ κρίνει σκόπιμο να εντοπίσει τις ανακρίβειες αυτές προς όφελος τόσο της σωστής ενημέρωσης των πολιτών αλλά και ιδιαίτερα των ενδιαφερόμενων προσώπων όπως και προς όφελος της ορθής δεοντολογικά δημοσιογραφίας.
- Η Οδηγία 2003/109/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2003 παραχωρεί το καθεστώς του μακρόχρονα διαμένοντος στους υπηκόους τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα και αδιάλειπτα σε κράτη μέλη της Ε.Ε. για τουλάχιστον 5 έτη. Το μέτρο αυτό αποτελεί ένα μέτρο ένταξης των μεταναστών στα κράτη μέλη της Ε.Ε. και τους παραχωρεί ουσιαστικά δικαίωμα μόνιμης διαμονής σε αυτά, παράλληλα με ένα σύνολο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων συγκρίσιμα με αυτά των Ευρωπαίων πολιτών π.χ. ελεύθερη διακίνηση και εγκατάσταση σε άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε.. Η Ε.Ε. έκρινε σκόπιμο να προχωρήσει στα μέτρα αυτά, αναγνωρίζοντας τη συνεισφορά των μεταναστών στις ευρωπαϊκές κοινωνίες και οικονομίες και τα θετικά στοιχεία της μετανάστευσης.
- Τα κράτη μέλη είναι υπόχρεα να ενσωματώσουν τις διατάξεις μιας Οδηγίας μέχρι την ημερομηνία που η ίδια η Οδηγία θέτει για την ενσωμάτωσή της, δηλαδή την 23η Ιανουαρίου 2006 . Ως εκ τούτου, κανένα δικαίωμα δεν έχει η Κυπριακή Δημοκρατία να αναστείλει την εφαρμογή της Οδηγίας 2003/9/ΕΚ μέχρι το 2007, όπως αναφέρεται στο Τύπο.
- Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος δεν ενσωματώσει μια Οδηγία μέχρι την προθεσμία που προβλέπεται, εκείνες οι διατάξεις της Οδηγίας οι οποίες είναι άμεσες και σαφείς και παραχωρούν δικαιώματα στα ενδιαφερόμενα πρόσωπα εφαρμόζονται άμεσα, ανεξάρτητα από το κατά πόσο θεσπίστηκε η σχετική νομοθεσία ή μη.
- Η έννοια της πράσινης κάρτας ούτε υπήρξε ούτε και θα υπάρξει, τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον, στο πλαίσιο του Κοινοτικού Δικαίου.
- Η Οδηγία 2003/109/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με το καθεστώς υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες, δεν καλύπτει ούτε τους υπηκόους τρίτων χωρών που διαμένουν παράνομα στα κράτη μέλη της Ε.Ε. ούτε και τους αιτητές ασύλου και πρόσφυγες.
Επειδή τα δημοσιεύματα στον Τύπο επικαλούνται «αρμόδιες πηγές» του Υπουργείου Εσωτερικών η ΚΙΣΑ τονίζει ότι το Υπουργείο Εσωτερικό φέρει βαρύτατες ευθύνες για την πορεία της μέχρι τώρα εφαρμογής της εν λόγω Οδηγίας, και της ήδη αρνητικής προδιάθεσης που έχει δημιουργηθεί στην κυπριακή κοινωνία ως προς την εφαρμογή και τις κοινωνικές τις συνέπειες, και πιο συγκεκριμένα:
Το Υπουργείο Εσωτερικών όφειλε, κατά την άποψη της ΚΙΣΑ, ήδη να είχε ενημερώσει τους μετανάστες και για τα δικαιώματα τους που προκύπτουν τόσο από την Οδηγία αυτή όσο και από άλλη Οδηγία και συγκεκριμένα την Οδηγία της Ε.Ε. για την Οικογενειακή Επανένωση, η οποία τέθηκε σε εφαρμογή από τις 3 Οκτωβρίου 2005, χωρίς και πάλι να έχει ενσωματωθεί με νόμο στην κυπριακή έννομη τάξη.
Το Υπουργείο Εσωτερικών όφειλε να ενημερώσει ολοκληρωμένα και αντικειμενικά και με θετικό τρόπο την κυπριακή κοινή γνώμη και κοινωνία για τη φιλοσοφία και το πνεύμα των πιο πάνω Οδηγιών για να προετοιμαστεί κατάλληλα ώστε να αποφευχθεί η υπόθαλψη του ρατσισμού και της ξενοφοβίας.
Το Υπουργείο Εσωτερικών όφειλε και οφείλει, ενόψει της αδυναμίας του για άμεση εφαρμογή των Οδηγιών, να υιοθετήσει στο μεσοδιάστημα μέτρα που να διασφαλίζουν ότι οι μετανάστες δεν θα απεμπολήσουν τα δικαιώματα τους που προκύπτουν από τις σχετικές Οδηγίες λόγω της δικής του αδράνειας, όπως για παράδειγμα την ανανέωση της άδειας παραμονής και εργασίας όσων έχουν ολοκληρώσει το πέμπτον έτος νόμιμης παραμονής τους στην Κύπρο.
.
Αντί των πιο πάνω, το Υπουργείο Εσωτερικών ανακοίνωσε ότι δεν θα δέχεται αιτήσεις για το καθεστώς του μακρόχρονα διαμένοντος, με αποτέλεσμα οι επηρεαζόμενοι μετανάστες είτε να οδηγηθούν στην παρανομία είτε να οδηγηθούν στα πλοκάμια διαφόρων επιτήδειων οι οποίοι αξιοποίησαν το κενό που δημιούργησε η αδράνεια του Υπουργείου Εσωτερικών για να εκμεταλλευτούν οικονομικά τους μετανάστες υποσχόμενοι «λαγούς με πετραχήλια».
Η ΚΙΣΑ έχει στη διάθεσή της επώνυμες καταγγελίες για τα πιο πάνω, τις οποίες θα διαβιβάσει άμεσα στο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης για άμεση διερεύνηση.
Διοικητικό Συμβούλιο της ΚΙΣΑ
20 Ιανουαρίου 2006