Η ΚΙΣΑ – Κίνηση για Ισότητα, Στήριξη, Αντιρατσισμό ζητά από την ολομέλεια της Βουλής την παραπομπή του νομοσχεδίου για τις υλικές συνθήκες υποδοχής των αιτητών ασύλου πίσω στην κυβέρνηση, γιατί τυχόν υπερψήφιση του θα οδηγήσει τόσο σε παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των αιτητών ασύλου, όσο και των συμβατικών υποχρεώσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας που πηγάζουν από το ευρωπαϊκό κεκτημένο και το διεθνές προσφυγικό δίκαιο.
Ο περί Δημόσιων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών (Τροποποιητικός) Νόμος του 2013 αποβλέπει στην αναδιαμόρφωση του νομικού πλαισίου, μέσω του οποίου η Κυπριακή Δημοκρατία επιλέγει να υλοποιήσει τις υποχρεώσεις της ως κράτος μέλος της ΕΕ για παροχή υλικών συνθηκών υποδοχής σε αιτητές ασύλου, συγκεκριμένα με την Οδηγία 2003/9/ΕΚ του Συμβουλίου της 27ης Ιανουαρίου 2003 σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη. Σκοπός του νομοσχεδίου είναι, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της κυβέρνησης, η παροχή των απαραίτητων υλικών συνθηκών υποδοχής των αιτητών ασύλου, οι οποίες περιλαμβάνουν την παροχή στέγης, τροφής και ρουχισμού, καθώς επίσης και της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, με στόχο τη διασφάλιση της αξιοπρεπούς διαβίωσης των αιτητών ασύλου μέχρι την εξέταση της αίτησης τους για διεθνή προστασία. Σύμφωνα με τις βασικές πρόνοιες του νομοσχεδίου που καταχώρησε άρον – άρον η κυβέρνηση, οι υλικές συνθήκες υποδοχής μπορούν να παρέχονται είτε υπό μορφή οικονομικού βοηθήματος ή σε είδος, ή ακόμη και σε κουπόνια (δελτία).
Η συγκεκριμένη πρόταση νόμου κατατέθηκε από τα δύο αρμόδια υπουργεία (Εσωτερικών και Εργασίας & Κοινωνικών Ασφαλίσεων) στη Βουλή των Αντιπροσώπων για συζήτηση και ψήφιση, χωρίς να έχει προηγηθεί καμία δημόσια διαβούλευση, παρά τη σχετική υποχρέωση της κυβέρνησης ιδιαίτερα όσον αφορά τα νομοσχέδια που προνοούν την εναρμόνιση της κυπριακής νομοθεσίας με την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Επιπλέον, δεν προηγήθηκε καμία μελέτη αξιολόγησης της καλύτερης δυνατής μορφής για τον τρόπο παροχής των υλικών συνθηκών υποδοχής των αιτητών ασύλου, γεγονός το οποίο ουσιαστικά θέτει υπό αμφισβήτηση το κατά πόσον η παροχή κουπονιών αναμένεται να κοστίσει λιγότερα απ’ ότι η παροχή επιδομάτων, πέραν βεβαίως των άλλων πολλαπλών προβλημάτων που θα επιφέρει ένα τέτοιο σύστημα και την καταπάτηση της αξιοπρέπειας των αιτητών ασύλου. Τέλος, η κυβέρνηση προτείνει ένα τόσο πολύπλοκο και δαπανηρό ως προς τη διαχείριση του μηχανισμό (παροχή κουπονιών), χωρίς όμως να έχει σχεδιάσει καν τον απαραίτητο μηχανισμό για την υλοποίηση του συγκεκριμένου μέτρου.
Παράλληλα, αρκετά σημεία του εν λόγω νομοσχεδίου έρχονται σε άμεση σύγκρουση με την Οδηγία 2003/9/ΕΚ σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη της ΕΕ. Ειδικότερα:
- Η εναρμόνιση της παροχής υλικών συνθηκών υποδοχής στους αιτητές ασύλου σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ θα πρέπει, σύμφωνα με το άρθρο 8 της Οδηγίας, «να συμβάλλει στον περιορισμό των δευτερογενών μετακινήσεων των αιτούντων άσυλο», τον εξαναγκασμό τους δηλαδή να μετακινούνται από την μια στη άλλη χώρα της ΕΕ για να ζητήσουν άσυλο. Σημειώνεται ότι τα τελευταία χρόνια οι αιτήσεις ασύλου στην Κύπρο έχουν μειωθεί κατακόρυφα λόγω πολλών και σοβαρών προβλημάτων που προκαλεί το σύστημα ασύλου που ακολουθεί η Κυπριακή Δημοκρατία. Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο θα επιδεινώσει περαιτέρω την κατάσταση και επομένως θα οδηγήσει μεταξύ άλλων στην ενθάρρυνση αντί στον περιορισμό δευτερογενών μετακινήσεων των αιτούντων άσυλο.
- Ο προβλεπόμενος από το νομοσχέδιο τερματισμός της παροχής υλικών συνθηκών υποδοχής και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης σε εργαζόμενους αιτούντες άσυλο, κυρίως λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι οι αιτητές ασύλου μπορούν να εργαστούν μόνο στο γεωργοκτηνοτροφικό τομέα με μισθό €420 το μήνα, καταστρατηγεί τις σχετικές πρόνοιες της ευρωπαϊκής Οδηγίας, πολύ απλά γιατί με ένα τέτοιο μισθό κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να διασφαλίσει τη στέγαση, διατροφή, ένδυση, υπόδηση και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη τόσο του ιδίου, όσο και των υπόλοιπων μελών της οικογένειας του, όπως προβλέπεται στο άρθρο 13, 15, 17 και 20 της Οδηγίας.
- Παρά το γεγονός ότι η οδηγία της ΕΕ προβλέπει ότι οι αποφάσεις για παροχή υλικών συνθηκών υποδοχής των αιτητών ασύλου υπόκεινται σε προσφυγή σε δικαστήριο, το νομοσχέδιο δεν διασφαλίζει στους επηρεαζόμενους την παροχή νομικής αρωγής όπως αυτή προβλέπεται στο άρθρο 21 της Οδηγίας ώστε να μπορούν να προσφύγουν δικαστικά κατά των αποφάσεων της διοίκησης.
Η ΚΙΣΑ ζητά από όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα και τα μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων να μην προχωρήσουν στην ψήφιση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου υπό τις παρούσες συνθήκες, γιατί οδηγεί σε σοβαρότατες παραβιάσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων των αιτητών ασύλου. Παράλληλα, η ΚΙΣΑ προτείνει την παραπομπή του νομοσχεδίου πίσω στην εκτελεστική εξουσία, ζητώντας τη δέσμευση των αρμόδιων υπουργείων για τη διενέργεια ενός ανοικτού, δημόσιου και ουσιαστικού διαλόγου, προτού επανέλθει το νομοσχέδιο, για συζήτηση και ψήφιση στη Βουλή.
Σε αντίθετη περίπτωση, η ΚΙΣΑ δηλώνει ότι θα προχωρήσει σε όλες τις απαραίτητες νομικές και δικαστικές διαδικασίες, καθώς επίσης και στην υποβολή καταγγελίας στην ίδια την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και άλλα διεθνή σώματα για παραβίαση τόσο των θεμελιωδών δικαιωμάτων των αιτητών ασύλου, όσο και των συμβατικών υποχρεώσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως αυτές πηγάζουν από το κοινοτικό κεκτημένο και το διεθνές προσφυγικό δίκαιο.