Αρ. Φακ.: Α/Π 65/2008
12 Οκτωβρίου 2009
Έκθεση Επιτρόπου Διοικήσεως αναφορικά με την κράτηση αιτητή ασύλου, ενώ εκκρεμούσε η προσφυγή του ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων
Αντικείμενο παραπόνου και διενεργηθείσα έρευνα
[1] Η μη κυβερνητική οργάνωση “Future Worlds Center”, με επιστολές της ημερ. 10 και 22 Ιανουαρίου 2008, υπέβαλε παράπονο εκ μέρους του κ. T. T., από το Καμερούν, κατά του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης και της Αστυνομίας.
Αντικείμενο του παραπόνου ήταν η κράτηση του παραπονούμενου, ενώ ο ίδιος ήταν αιτητής ασύλου και η αίτησή του, κατά τη δεδομένη χρονική περίοδο, εκκρεμούσε ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων. Μάλιστα, η πρόφαση για την κράτησή του ήταν η απουσία εν ισχύι άδειας παραμονής. Ο ίδιος, όμως, ισχυρίστηκε ότι ουδέποτε είχε λάβει άδεια παραμονής, παρόλο που είχε προβεί σε όλες τις απαιτούμενες διαδικασίες για εξασφάλισή της.
[2] Στα πλαίσια της διερεύνησης του παραπόνου, επιθεωρήθηκε ο διοικητικός φάκελος του παραπονούμενου, από τον οποίο εξασφαλίστηκαν αντίγραφα σχετικών εγγράφων, με τα οποία δύνατο να διαπιστωθεί κατά πόσο ευσταθούσαν οι ισχυρισμοί του παραπονούμενου. Επίσης, υπήρξε τηλεφωνική επικοινωνία, τόσο με την Υπηρεσία Ασύλου, όσο και με την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, με σκοπό την εξακρίβωση του καθεστώτος του παραπονούμενου στην Κύπρο.
Διαπιστώσεις
[3] Ο παραπονούμενος εισήλθε στην Κύπρο και υπέβαλε αίτηση ασύλου στις 23 Μαΐου 2006, αίτηση η οποία απορρίφθηκε σε πρώτο βαθμό από την Υπηρεσία Ασύλου. Στη συνέχεια και πιο συγκεκριμένα στις 9 Μαρτίου 2007, ο παραπονούμενος υπέβαλε προσφυγή ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων.
[4] Κατά την υποβολή της αίτησης για έκδοση της άδεια παραμονής του, στις 11 Σεπτεμβρίου 2006, δήλωσε ως διεύθυνση διαμονής την οδό Μνασιάδου 17, Διαμ. 9, 1065 Λευκωσία. Σε κατοπινό στάδιο, ωστόσο, μετακόμισε και την 1η Φεβρουαρίου 2007, ενημέρωσε το Κλιμάκιο Αλλοδαπών Λευκωσίας για την αλλαγή της διεύθυνσής του, η οποία πλέον ήταν η οδός Ευρώπης 4, Διαμ. 32, 2012 Στρόβολος, Λευκωσία. Αυτό φαίνεται από αντίγραφο της σχετικής σελίδας του βιβλιαρίου αλλοδαπών του ιδίου.
[5] Μέχρι το Δεκέμβριο του 2007, ο παραπονούμενος δεν είχε παραλάβει ακόμα την άδεια παραμονής του. Έτσι, όταν το αυτοκίνητο στο οποίο επέβαινε ως συνεπιβάτης ενεπλάκη σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στις 24 Δεκεμβρίου 2007, ο ίδιος δεν ήταν σε θέση να παρουσιάσει οποιαδήποτε άδεια παραμονής και, ως εκ τούτου, συνελήφθη και τέθηκε υπό κράτηση στα Αστυνομικά Κρατητήρια Κοφίνου, ως παράνομος μετανάστης.
Παρά τις προσπάθειές του να πείσει τους Αστυνομικούς ότι βρίσκεται στην Κύπρο υπό το καθεστώς του αιτητή ασύλου και πως η προσφυγή του εκκρεμούσε ακόμη ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, η κράτησή του συνεχίστηκε και μετά την 31η Δεκεμβρίου 2007, αφ’ ότου μεταφέρθηκε στα Αστυνομικά Κρατητήρια Αραδίππου.
[6] Με την υποβολή του παραπόνου, υπήρξε τηλεφωνική επικοινωνία με την Υπηρεσία Ασύλου και την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων και διαπιστώθηκε ότι η προσφυγή του ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων μέχρι στιγμής εκκρεμούσε. Στη συνέχεια, μέχρι να εντοπιστεί ο φάκελός του και να διερευνηθούν οι λόγοι της κράτησής του, η αίτηση ασύλου απορρίφθηκε τελικώς στις 19 Φεβρουαρίου 2008. Η, δε, κράτησή του συνεχίστηκε μέχρι τις 25 Μαρτίου 2008, όταν απολύθηκε για σκοπούς απέλασης.
[7] Εξάλλου, από τον έλεγχο στο διοικητικό του φάκελο, διαφάνηκε ότι η άδεια παραμονής του παραπονούμενου εκδόθηκε στις 15 Φεβρουαρίου 2007 και στάληκε στην προηγούμενη διεύθυνσή του, δηλαδή στην οδό Μνασιάδου 17, Διαμ. 9, 1065 Λευκωσία. Η εν λόγω άδεια ίσχυε μέχρι τις 15 Αυγούστου 2007. Κατά την εξέταση του φακέλου, διερευνήθηκε το ενδεχόμενο οποιασδήποτε προηγούμενης καταδίκης του παραπονούμενου ή πράξης αυτού, η οποία θα δικαιολογούσε κράτηση, ακόμη και εκκρεμούσης της εξέτασης της αίτησής του για άσυλο. Κάτι τέτοιο δε διαπιστώθηκε.
Νομικό Πλαίσιο
[8] Ο περί Προσφύγων Νόμος καθορίζει ακριβώς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των προσφύγων, αφού ενσωματώνει τόσο εθιμικό όσο και το διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο που αφορά τα θέματα αιτητών ασύλου και προσφύγων, αλλά και τη διαδικασία που ακολουθείται κατά την εξέταση των αιτήσεων ασύλου.
[9] Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το Άρθρο 8(1) του πιο πάνω Νόμου, χορηγείται από το Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης άδεια προσωρινής διαμονής σε αιτητή ασύλου, ο οποίος εισέρχεται στη Δημοκρατία, η οποία θα ισχύει για τη χρονική περίοδο από την ημερομηνία εισόδου του αιτητή στη Δημοκρατία μέχρι την ημερομηνία έκδοσης της τελικής απόφασης αναφορικά με την αίτησή του για αναγνώριση ως πρόσφυγα. Ως τελική απόφαση νοείται η απόφαση που λαμβάνεται από τα αρμόδια διοικητικά όργανα. Ειδικότερα, το Άρθρο 18(10) του ίδιου Νόμου αναφέρει ότι οι αποφάσεις της Υπηρεσίας Ασύλου δεν καθίστανται εκτελεστές πριν από την πάροδο της προθεσμίας για άσκηση διοικητικής προσφυγής και, σε περίπτωση άσκησης διοικητικής προσφυγής, πριν από την έκδοση της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής, περίπτωση κατά την οποία ο αιτητής δικαιούται να παραμείνει στη Δημοκρατία μέχρι την έκδοση της εν λόγω απόφασης.
Με την έκδοση της προσωρινής αυτής άδειας παραμονής, και σύμφωνα με το άρθρο 9(1) του υπό αναφορά Νόμου, ο αιτητής έχει δικαίωμα ελεύθερης διακίνησης στη Δημοκρατία, δικαίωμα δωρεάν ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, εάν δεν έχει επαρκείς πόρους συντήρησης, δικαίωμα εργασίας ή λήψης δημοσίου βοηθήματος και πρόσβαση στη δημόσια εκπαίδευση.
[10] Σχετικά με το ενδεχόμενο αλλαγής διεύθυνσης, το Άρθρο 8(3) καθορίζει την υποχρέωση του αιτητή, στην περίπτωση αλλαγής τόπου διαμονής, να ενημερώσει εντός τριών ημερών τα κατά τόπο αρμόδια Κλιμάκια Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Αστυνομίας, τα οποία οφείλουν, με τη σειρά τους, να ενημερώνουν αμέσως την Υπηρεσία Ασύλου και το Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης για την αλλαγή αυτή.
[11] Όσον αφορά την κράτηση αιτητή ασύλου, αυτή απαγορεύεται, βάσει του άρθρου 7(4) του ίδιου Νόμου, εάν λαμβάνει χώρα για το μόνο λόγο της ιδιότητας του προσώπου ως αιτητή ασύλου. Για να δικαιολογείται και να επιτρέπεται, θα πρέπει να συντρέχουν άλλοι λόγοι, που σχετίζονται συνήθως με την εξακρίβωση των στοιχείων της ταυτότητάς του ή εάν αυτός θεωρηθεί, για οποιοδήποτε συγκεκριμένο λόγο, απαγορευμένος μετανάστης[1], στη βάση των διατάξεων του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου.
Συμπεράσματα – Κριτική
[12] Η παρούσα περίπτωση αφορά ακριβώς το δικαίωμα παραμονής ενός αιτητή ασύλου στη Δημοκρατία, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου, και τον τρόπο με τον οποίο η παραχώρηση του δικαιώματος αυτού ερμηνεύεται και εφαρμόζεται από τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες. Το υπό εξέταση παράπονο αποτελεί μια έμπρακτη απόδειξη των προβλημάτων που δημιουργούνται, λόγω έλλειψης εκπαίδευσης, ενημέρωσης και γνώσεων των προσώπων που εμπλέκονται σε θέματα ασύλου και προσφυγικού δικαίου. Επιπλέον, μέσα από αυτό, διαφαίνεται η έλλειψη οργάνωσης και συντονισμού των εμπλεκομένων υπηρεσιών, ενώ συγχρόνως, και χωρίς πρόθεση για επιεική μεταχείριση, απαιτείται η πλήρης συμμόρφωση των αιτητών ασύλου στις πρόνοιες της νομοθεσίας.
[13] Εξετάζοντας τα γεγονότα χρονολογικά, ο παραπονούμενος τέθηκε υπό κράτηση, επειδή δεν είχε στην κατοχή του εν ισχύι άδεια παραμονής. Αυτό οφείλετο στο γεγονός ότι η άδεια που του εκδόθηκε δεν απεστάλη στη σωστή διεύθυνση, παρόλο που αυτός φρόντισε να ενημερώσει το Κλιμάκιο Αλλοδαπών Λευκωσίας, πριν την έκδοσή της. Προφανώς, όμως, το Κλιμάκιο παρέλειψε να ενημερώσει το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, με αποτέλεσμα η άδεια παραμονής να αποσταλεί στην προηγούμενη διεύθυνση του παραπονούμενου. Έτσι, ο ίδιος δε γνώριζε ούτε το γεγονός της έκδοσης αυτής, και σίγουρα ούτε την ημερομηνία λήξης της, ούτως ώστε να φροντίσει για ανανέωση.
Αυτό υποδηλοί, κατ’ αρχήν, έλλειψη συντονισμού και αλληλοενημέρωσης των υπηρεσιών που, εκτός από την εμπλοκή τους στα θέματα αυτά, είναι ταυτόχρονα υπεύθυνες και για την έρρυθμη λειτουργία του συστήματος το οποίο σχετίζεται και επιλαμβάνεται των θεμάτων αιτητών ασύλου και προσφύγων. Στην υπόθεση αυτή, ενώ ο παραπονούμενος τήρησε και εκπλήρωσε την υποχρέωσή του για ενημέρωση, αναφορικά με αλλαγή διεύθυνσης, εντούτοις κατέληξε να είναι το θύμα, λόγω παράλειψης των υπηρεσιών να λειτουργήσουν ανάλογα. Συνεπώς, οι υπηρεσίες του Κράτους δε θα πρέπει να έχουν μόνο απαιτήσεις από τους αιτητές και με κάθε ευκαιρία παράλειψης να τους το θυμίζουν με το χειρότερο τρόπο – για παράδειγμα, με κράτηση. Θα πρέπει, λογικά, και οι ίδιες με τη σειρά τους να αντιληφθούν τη σοβαρότητα των πράξεων, αλλά κυρίως, των παραλείψεών τους, αφού δυνατό να οδηγήσουν σε παραβίαση βασικών αναφαίρετων ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
[14] Εξίσου σημαντικό ζήτημα το οποίο εγείρεται στην παρούσα υπόθεση είναι αυτό της έκδοσης, διάρκειας και χρήσης της άδειας παραμονής. Στην καθυστέρηση έκδοσης της άδειας παραμονής έχω αναφερθεί πολλές φορές στο παρελθόν είτε με μορφή Έκθεσης είτε επιστολής προς την εμπλεκόμενη υπηρεσία, δηλαδή το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης. Βάσει της σχετικής νομοθεσίας, όπως γίνεται αναφορά και πιο πάνω, ο αιτητής για να είναι σε θέση να απολαμβάνει τα δικαιώματά του, θα πρέπει να έχει στην κατοχή του την εν λόγω άδεια παραμονής. Επειδή, όμως, είναι σύνηθες φαινόμενο και, πλέον, πρακτική, η καθυστέρηση στην έκδοση της άδειας, έγινε αποδεκτό και εφαρμόζεται από όλες τις αρμόδιες υπηρεσίες, η πρόσβαση στις υπηρεσίες να παρέχεται με μόνη παρουσίαση της σχετικής βεβαίωσης υποβολής αίτησης ασύλου, αφού αυτή αποδεικνύει το καθεστώς του προσώπου στη Δημοκρατία. Εξάλλου, τα δικαιώματα αυτά συνάδουν και ταυτίζονται με το καθεστώς του προσώπου στη χώρα και όχι με την ισχύ της άδειας παραμονής. Αυτό που θα πρέπει να σημειωθεί είναι ότι δεν είναι η άδεια παραμονής που ορίζει και καθορίζει το καθεστώς ενός αιτητή στη χώρα, αλλά η ιδιότητά του αυτή, η οποία του επιτρέπει την απόκτηση άδειας παραμονής, νοουμένου, βέβαια, ότι δεν συντρέχουν άλλοι λόγοι για τους οποίους να θεωρείται απαγορευμένος μετανάστης.
Δεδομένων των πιο πάνω, στην προκειμένη περίπτωση, καμία συνέπεια δεν υπέστη η αρμόδια υπηρεσία για την πεντάμηνη καθυστέρηση στην έκδοση παραμονής του παραπονούμενου. Επιπλέον, η άδεια που εκδόθηκε ίσχυε μόνο για έξι μήνες και, συνεπώς, ο παραπονούμενος, εάν την λάμβανε κανονικά, θα έπρεπε στους πέντε μήνες να υποβάλει αίτηση για ανανέωση και να αναμένει άλλους έξι για την έκδοση της νέας άδειας. Χωρίς να θέλω να δικαιολογήσω τον παραπονούμενο για τη μη κατοχή άδειας παραμονής, και τη μη αναζήτηση αυτής, παρά την πάροδο ενός χρόνου σχεδόν από την καταγραμμένη επαφή του με τις εμπλεκόμενες αρχές, εντούτοις, λαμβάνοντας υπόψη τον «απαιτούμενο» χρόνο για έκδοση της άδειας, η στάση του δεν μπορεί να θεωρηθεί ως πλήρης αδιαφορία. Επιπλέον, όπως έχει ήδη αναφερθεί, ο ίδιος είχε κάθε πρόθεση να ενεργεί βάσει της νομοθεσίας, αφού ενημέρωσε για την αλλαγή διεύθυνσής του. Συνεπώς, κατά την άποψή μου, θα έπρεπε τόσο η Αστυνομία όσο και το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης να προέβαιναν σε μια προκαταρκτική έρευνα αναφορικά με το καθεστώς του παραπονούμενου στη Δημοκρατία και μετά να αποφασίσουν κατά πόσο είναι δικαιολογημένη η κράτησή του ή όχι· παράλειψη η οποία ενήργησε εις βάρος του παραπονούμενου.
[15] Επαναλαμβάνω ότι δεν είναι μόνο οι αιτητές που έχουν υποχρεώσεις, η αποφυγή των οποίων επιφέρει συνέπειες, αλλά και οι ίδιες οι υπηρεσίες, οι οποίες, όπως συχνά διαπιστώθηκε, καμία συνέπεια δεν υφίστανται σε περίπτωση οποιουδήποτε λανθασμένου χειρισμού ή παράλειψης. Είναι, επιπλέον, σημαντικό να σημειωθεί ότι επικρατεί η αίσθηση ότι οι υπηρεσίες του Κράτους φέρουν το τεκμήριο του αλάθητου, εν αντιθέσει με τους αιτητές, οι οποίοι θα πρέπει να παρουσιάσουν, ανά πάσα στιγμή, αδιαμφισβήτητα στοιχεία προς απόδειξη των ισχυρισμών τους. Τούτο συνιστά προκατάληψη, την οποία θα πρέπει οι υπηρεσίες να αντικαταστήσουν με ενημέρωση και γνώσεις.
Δυστυχώς για το συγκεκριμένο παραπονούμενο κανένα πρακτικό αποτέλεσμα δεν πρόκειται να επιφέρει η παρούσα Έκθεση. Παρόλα αυτά, υποβάλλεται στην Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης και στον Αρχηγό Αστυνομίας για ανάλογο προβληματισμό και λήψη συγκεκριμένων μέτρων, με σκοπό την αποφυγή παρόμοιων περιστατικών στο μέλλον.
Ηλιάνα Νικολάου
Επίτροπος Διοικήσεως
και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
Υποσημειώσεις και Παραπομπές:
[1] Υπόθεση Jamil Ahmed v. Κυπριακή Δημοκρατία, Μέσω 1. Γενικού Εισαγγελέα, 2. Υπηρεσίας Ασύλου, 3. Αρχηγού Αστυνομίας, 4. Λειτουργού Μεταναστεύσεως, Υπουργείο Εσωτερικών (Αίτηση Αρ. 151/2004), Απόφαση ημερ. 22 Οκτωβρίου 2004.