H ΚΙΣΑ εκφράζει δημόσια την έντονη ανησυχία της για την έξαρση του εθνικισμού στην Ελληνοκυπριακή κοινότητα καθώς και για τη συμπόρευση κάποιων εκ των ούτω καλούμενων «δημοκρατικών δυνάμεων» με τους ελαμίτες Νεοναζί. Αφορμή για την εν λόγω τοποθέτηση, αποτελεί η πρόσφατη έγκριση από την Κυπριακή Βουλή της τροπολογίας του ΕΛΑΜ για να γιορτάζεται στα σχολεία η επέτειος του Ενωτικού Δημοψηφίσματος του 1950[i]. Πέραν των επιπτώσεων αυτής της απόφασης στη διαδικασία των διαπραγματεύσεων για επίλυση του Κυπριακού προβλήματος, η ΚΙΣΑ τονίζει ότι ο εθνικισμός και ο σοβινισμός τροφοδοτούν και προωθούν το ρατσισμό και συνιστούν βόμβα στα θεμέλια κάθε δημοκρατικής κοινωνίας.
Όπως και στο πρόσφατο παρελθόν, σε περιόδους όπου διανοίγεται παράθυρο ευκαιρίας για επίλυση του Κυπριακού, ο εθνικισμός μετατρέπεται σε βάθρο όλων όσων αντιμάχονται το πλαίσιο λύσης στη βάση Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Η εθνικιστική έκφραση / ταύτιση αναπόφευκτα οδηγεί στο ρατσισμό και τη μισαλλοδοξία και κατ΄ επέκταση στη ρατσιστική βία και εγκλήματα μίσους. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που το τελευταίο διάστημα έχουν αυξηθεί ανησυχητικά τα εγκλήματα μίσους κατά Τουρκοκυπρίων από Ελληνοκύπριους εθνικιστές.
Οι επιθέσεις εναντίον Τουρκοκυπρίων από Ελληνοκύπριους μαθητές[ii] το Νοέμβριο του 2015, κατά Τουρκοκυπρίων οδηγών ταξί[iii] τον Ιούλιο του 2016, ο εμπρησμός τζαμιού στη Δένεια το Φεβρουάριο του 2016, [iv], οι επανειλημμένες επιθέσεις κατά Τουρκοκυπρίων έξω από το οίκημα του ΑΠΟΕΛ στη Λευκωσία[v], οι προπηλακισμοί από κρανοφόρους φασίστες[vi] ενάντια διαδηλωτών υπέρ της ειρήνης κατά τη διάρκεια δικοινοτικής εκδήλωσης στο Λήδρα Πάλας, καθώς και οι πρόσφατες κακόβουλες ζημιές που προκλήθηκαν (Φεβρουάριος 2017) σε αυτοκίνητα Τουρκοκυπρίων στο Τρόοδος[vii], είναι μόνο κάποια παραδείγματα ρατσιστικής βίας. Αυτά ακριβώς τα περιστατικά, σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να εκλαμβάνονται ως μεμονωμένα, αλλά ως απότοκο ενός διαχρονικά εθνοκεντρικού συστήματος εκπαίδευσης και ενός ακραίου εθνικιστικού και ρατσιστικού δημόσιου λόγου, που εντείνονται όταν διαφαίνεται πρόοδος στις κατά καιρούς προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού.
Η ΚΙΣΑ έχει προ πολλού κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου[viii] αναφορικά με την αυξανόμενη επιρροή της νεοναζιστικής, νεοφασιστικής οργάνωσης ΕΛΑΜ. Παράλληλα, είχαμε εκφράσει την άμεση ανάγκη συνομολόγησης ενός κοινού κώδικα συμπεριφοράς και στάσης όλων των κομμάτων έναντι του ΕΛΑΜ στη Βουλή. Δυστυχώς, αντ’ αυτού, σχεδόν όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα δεν διστάζουν να «ενώσουν δυνάμεις» με τους Νεοναζί, αγνοώντας ότι η εν λόγω τακτική συμβάλλει στην εδραίωση του νεοναζιστικού μορφώματος στην πολιτική ζωή του τόπου και εν πολλοίς νομιμοποιεί τη δράση του στην κοινωνία.
Μάλιστα, η «νομιμοποίηση» του ΕΛΑΜ εντός κοινοβουλίου έρχεται σε μία περίοδο αποκαλύψεων που επιβεβαιώνουν το ναζιστικό χαρακτήρα της Χρυσής Αυγής[ix]. Σε αυτό το σημείο είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι η Χρυσή Αυγή και το ΕΛΑΜ δεν είναι μόνο «αδελφά κόμματα» αλλά ένα και το αυτό. Πρόσθετα του ότι ο επικεφαλής του ΕΛΑΜ, X. Χρίστου, δηλώνει ότι «Είμαστε η Χρυσή Αυγή της Κύπρου» [x], ο ίδιος διετέλεσε μέλος της επίλεκτης ομάδας «σωματοφυλάκων» (με τα «κόκκινα καπελάκια») του «Φύρερ» των ελλήνων ναζιστών, Ν. Μιχαλολιάκου.[xi]
Στη βάση των πιο πάνω, η ΚΙΣΑ καλεί:
- Έστω και την υστάτη, τα πολιτικά κόμματα να αντιληφθούν τους κινδύνους που ελλοχεύει η πολιτική νομιμοποίηση και περαιτέρω ενδυνάμωση του ΕΛΑΜ και, μακριά από λαϊκισμούς, να προχωρήσουν στη συνομολόγηση ενός κοινού κώδικα αντιμετώπισης του ΕΛΑΜ στη Βουλή αλλά και γενικότερα.
- Την κυβέρνηση να προχωρήσει επιτέλους στην επεξεργασία ενός ολοκληρωμένου εθνικού σχεδίου δράσης καταπολέμησης του ρατσισμού, του εθνικισμού και των εγκλημάτων που διαπράττονται σε αυτή τη βάση.
- Την άμεση και αποτελεσματική διερεύνηση όλων των περιστατικών ρατσιστικής βίας και, εγκλημάτων μίσους, περιλαμβανόμενων αυτών των περιστατικών και εγκλημάτων εναντίον Τουρκοκυπρίων συμπατριωτών μας, καθώς και την παραδειγματική τιμωρία των δραστών.