ΕΘΝΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΠΡΟΛΗΨΗΣ ΤΩΝ ΒΑΣΑΝΙΣΤΗΡΙΩΝ
Αρ. Φακ.: ΕΜΠ 1/2011
17 Ιουνίου 2011
Σύσταση του Εθνικού Μηχανισμού Πρόληψης των Βασανιστηρίων
σε σχέση με οδηγίες του Αναπλ. Διευθυντή Τμήματος Φυλακών
για υποχρεωτικό κούρεμα και ξύρισμα των κρατουμένων
1. Από δημοσιεύματα του ημερήσιου τύπου και την ευρύτερη δημόσια συζήτηση που αναπτύχθηκε περιήλθαν σε γνώση μου οδηγίες του Αναπλ. Διευθυντή Τμήματος Φυλακών, βάσει των οποίων, για λόγους ευπρέπειας, υγιεινής και ασφάλειας, οι κρατούμενοι εξαναγκάζονται να κουρέψουν τα μαλλιά και να ξυρίσουν τις γενειάδες τους ή, σε αντίθετη περίπτωση, υπόκεινται σε πειθαρχικά μέτρα, με κυριότερο αυτό της απομόνωσης.
2. Το Προαιρετικό Πρωτόκολλο της Σύμβασης του ΟΗΕ κατά των Βασανιστηρίων και Άλλων Μορφών Σκληρής, Απάνθρωπης ή Εξευτελιστικής Μεταχείρισης ή Τιμωρίας, αποσκοπεί στην ενδυνάμωση της εφαρμογής της Σύμβασης και προβλέπει τη δημιουργία Εθνικών Μηχανισμών Πρόληψης των Βασανιστηρίων. Με τον Κυρωτικό του Πρωτοκόλλου Νόμο 2(ΙΙΙ)/2009 ως Εθνικός Μηχανισμός Πρόληψης των Βασανιστηρίων στην Κύπρο έχει οριστεί ο Επίτροπος Διοικήσεως. Στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων που μου παρέχει ο νόμος αυτός αποφάσισα να παρέμβω και να εξετάσω το ζήτημα που προέκυψε στις φυλακές.
3. Για το σκοπό αυτό εξασφάλισα τις γραπτές απόψεις του Αναπλ. Διευθυντή Τμήματος Φυλακών, ενώ παράλληλα ο Προϊστάμενος του Τομέα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Γραφείου μου επισκέφθηκε το Τμήμα Φυλακών και συζήτησε το θέμα με αρμόδιο αξιωματούχο. Οι λόγοι, στους οποίους φαίνεται κυρίως να στηρίχθηκε η απόφαση για υποχρεωτικό κούρεμα και ξύρισμα των κρατουμένων, είναι, σύμφωνα με το Διευθυντή, λόγοι υγιεινής, αφού εξαιτίας του υπερπληθυσμού που παρατηρείται στις Κεντρικές Φυλακές, σε συνδυασμό με τις καιρικές συνθήκες, έχουν αναπτυχθεί μολυσματικές ασθένειες που προσβάλλουν κυρίως τα τριχωτά μέρη του σώματος. Ένας δεύτερος λόγος που προβάλλεται είναι αυτός της ευπρέπειας των κρατουμένων, ενόψει ιδίως σχετικών παρατηρήσεων που έγιναν από δικαστές ενώπιον των οποίων προσάγονται κρατούμενοι στα πλαίσια δικαστικών διαδικασιών.
4. Έχοντας μελετήσει το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν υπόψη μου, υπό το πρίσμα των γενικών αρχών μεταχείρισης των κρατουμένων, όπως κυρίως έχουν αναπτυχθεί στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρώπινων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ), καθώς και της πρωτογενούς και δευτερογενούς νομοθεσίας που διέπει τη λειτουργία του Τμήματος Φυλακών, έχω αποφασίσει να ασκήσω την εξουσία μου, βάσει του εδαφίου 1, του άρθρου 7, του Ν.2(ΙΙΙ)/2009, και να προβώ σε Σύσταση προς την αρμόδια αρχή, με αντικείμενο την ενίσχυση της προστασίας των κρατουμένων και την πρόληψη τυχόν βασανιστηρίων και άλλων μορφών σκληρής, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας.
5. Ειδικότερα:
i. Οι κατοχυρωμένες εγγυήσεις προστασίας ανθρωπίνων δικαιωμάτων αναγνωρίζονται και στον κρατούμενο που εκτίει ποινή κατά της ελευθερίας. Συνεπώς, τόσο οι υλικές και ηθικές συνθήκες υπό τις οποίες πραγματώνεται η στέρηση της ελευθερίας, όσο και τα σχετικά μέτρα και αποφάσεις που λαμβάνονται, πρέπει να εξασφαλίζουν το σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και των δικαιωμάτων του προσώπου.
ii. Η διασφάλιση της ευταξίας στους χώρους κράτησης αποτελεί εγγενές χαρακτηριστικό του σωφρονιστικού συστήματος που εμπίπτει στα καθήκοντα του εκάστοτε διευθυντή, αλλά και του προσωπικού ευρύτερα, του Τμήματος Φυλακών. Όμως, δεν νοείται να βρίσκεται σε σύγκρουση με τα δικαιώματα των κρατουμένων και σε καμία περίπτωση δεν προϋποθέτει καταστρατήγησή τους. Αντίθετα, πρέπει να εναρμονίζεται με την υποχρέωση σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, οι δε αναγκαίοι περιορισμοί των δικαιωμάτων δεν μπορούν να φτάνουν στο σημείο της πλήρους κατάργησης των δικαιωμάτων αυτών.
iii. Η γενική αρχή που διαπνέει τους περί Φυλακών (Γενικούς) Κανονισμούς προνοεί ότι, «Η μεταχείριση των κρατουμένων πρέπει να μην είναι ταπεινωτική και να γίνεται με τρόπο ώστε να απαμβλύνονται οι δυσμενείς συνέπειες της στέρησης της ελευθερίας» [1]. Ως ταπεινωτική θεωρείται οποιαδήποτε εξευτελιστική ή μειωτική μεταχείριση, η οποία, ανεξαρτήτως αν το επιδιώκει ή όχι, επιδρά δυσμενώς στην προσωπικότητα του προσώπου που την υφίσταται, προσβάλλει την αξιοπρέπειά του και του δημιουργεί έντονα αισθήματα κατωτερότητας και υποτίμησης [2].
iv. Το μέτρο του εξαναγκασμού των κρατουμένων σε κούρεμα ή ξύρισμα μπορεί, με βάση τα συγκεκριμένα σε κάθε περίπτωση δεδομένα, να θεωρηθεί ως ταπεινωτική μεταχείριση [3], η οποία και απαγορεύεται [4], αφού σε αυτό συνυπάρχει το στοιχείο της αλλοίωσης του παρουσιαστικού ενός προσώπου, που σαν ένα ορατό σημάδι της μεταχείρισης στην οποία υποβλήθηκε το πρόσωπο αυτό χωρίς τη θέλησή του, είναι πολύ πιθανόν να του προκαλεί αισθήματα ταπείνωσης κα μείωσης της αξιοπρέπειάς του. Ενδέχεται, περαιτέρω, το μέτρο αυτό να αποτελεί και προσβολή της προσωπικότητας του προσώπου, η οποία αποτελεί το στενό πυρήνα του δικαιώματος της ιδιωτικής ζωής [5] και συνίσταται στην ελευθερία καθενός να αυτοκαθορίζεται, επιλέγοντας ελεύθερα την ταυτότητά του και τον τρόπο με τον οποίο θα παρουσιάζεται στις σχέσεις του με τους άλλους [6]. Επίσης, στην περίπτωση που ένα στοιχείο της εξωτερικής εμφάνισης, όπως η διατήρηση γενειάδας, είναι συνυφασμένο με την άσκηση θρησκευτικών καθηκόντων ή την εκδήλωση θρησκευτικής πίστης, οποιαδήποτε επιβαλλόμενη αλλοίωσή του δεν αποκλείεται, υπό τις περιστάσεις, να προσβάλλει και το δικαίωμα ελευθερίας σκέψεως, συνείδησης και θρησκείας [7].
v. Σύμφωνα με τους περί Φυλακών (Γενικούς) Κανονισμούς κάθε κρατούμενος έχει την υποχρέωση να τηρεί τους κανόνες προσωπικής υγιεινής [8], μεταξύ των οποίων και να ξυρίζεται τακτικά, εκτός και αν απαλλαγεί από την υποχρέωση αυτή για ιατρικούς ή άλλους λόγους [9]. Ως άλλοι λόγοι, θα μπορούσαν να θεωρηθούν οι θρησκευτικές, εθνικές ή ιδεολογικές πεποιθήσεις ενός προσώπου ή η συγκεκριμένη επιλογή εξωτερικής εμφάνισης, η οποία ενδεχομένως ακολουθείται για χρόνια. Σε κάθε περίπτωση, οι Κανονισμοί κατοχυρώνουν, ειδικότερα, τη δυνατότητα του κρατουμένου να τρέφει γενειάδα, θέτοντας του μόνο την υποχρέωση να τη διατηρεί καθαρή και περιποιημένη [10].
vi. Περιορισμοί ανθρωπίνων δικαιωμάτων μπορούν κατ’ εξαίρεση να τεθούν, εφόσον στηρίζονται σε ισχυρούς λόγους δημόσιου συμφέροντος, οι οποίοι αιτιολογούνται ειδικά και συγκεκριμένα, είναι πρόσφοροι, δηλαδή κατάλληλοι για να επιφέρουν το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, είναι ανάλογοι προς το σκοπό που εξυπηρετείται και πλήττουν με τον ηπιότερο δυνατό τρόπο το προσβαλλόμενο δικαίωμα.
vii. Ας σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τους Κανονισμούς των Φυλακών, η άρνηση κρατουμένου να ακολουθήσει κανόνα υγιεινής επισύρει εκ των ελαφρύτερων ποινών που προβλέπονται από τον πειθαρχικό κώδικα των Φυλακών [11]. Παράλληλα, η ομαδικού τύπου τιμωρία κατ’ αρχήν απαγορεύεται [12], ενώ για την πειθαρχική τιμωρία οποιουδήποτε κρατουμένου απαιτείται η τήρηση συγκεκριμένης διαδικασίας, στα πλαίσια της οποίας του παρέχεται το δικαίωμα να υπερασπιστεί τον εαυτό του [13]. Τέλος, παρόλο που το μέτρο του περιορισμού κρατουμένου στο κελί του ή σε ειδικό κελί, μπορεί να επιβληθεί είτε ως ποινή, είτε ενόσω ο κρατούμενος πρόκειται να κατηγορηθεί, το μέτρο αυτό δεν είναι νόμιμο παρά μόνο αν ανταποκρίνεται στη φύση της κάθε περίπτωσης και τη σοβαρότητα του αδικήματος [14] και διενεργείται υπό συνθήκες που δεν θέτουν σε κίνδυνο τη φυσική και ψυχική υγεία του κρατουμένου [15].
6. Ενόψει των παραπάνω, έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο, δυνάμει σχετικής Εγκυκλίου της διεύθυνσης των Φυλακών, εξαναγκασμός των κρατουμένων σε κούρεμα και ξύρισμα αντιβαίνει στις αρχές μεταχείρισης των κρατουμένων και συνιστά ταπεινωτική μεταχείριση. Στην απόφασή μου αυτή έλαβα, ιδίως, υπόψη την υπερβολική αυστηρότητα της ρύθμισης, η οποία υπό τις δεδομένες συνθήκες υπερβαίνει το λογικά αναμενόμενο μέτρο, σε συνδυασμό με το γενικευμένο και απαρέγκλιτο χαρακτήρα της, που δεν λαμβάνει υπόψη στοιχειώδεις παραμέτρους, καθώς και την έκταση και τη σοβαρότητα των συνεπειών της εφαρμογής της.
Στις συνθήκες αυτές, εξόχως προβληματική αναδεικνύεται, επίσης, η αδυναμία της ρύθμισης να διακρίνει και να σταθμίσει τα ιδιαίτερα θρησκευτικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά του πληθυσμού των Φυλακών και να διασφαλίσει τον απαιτούμενο σεβασμό στα επιμέρους γνωρίσματα ή συνήθειες που χαρακτηρίζουν τις διαφορετικές ομάδες των κρατουμένων, όπως λ.χ. την υποχρέωση διατήρησης γενειάδας για σκοπούς θρησκευτικής λατρείας.
7. Η Σύσταση στην οποία προβαίνω αφορά σε άμεση απόσυρση της υπό αναφορά Εγκυκλίου και τερματισμό της πρακτικής που ακολουθείται. Στα πλαίσια αυτά, καλώ τον Αναπλ. Διευθυντή Τμήματος Φυλακών και τον καθ’ ύλη αρμόδιο Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, σε σύσκεψη στην οποία θα αναζητηθούν άλλοι προσφορότεροι και ηπιότεροι τρόποι για αντιμετώπιση των προβλημάτων που παρατηρούνται στις Κεντρικές Φυλακές.
Ελίζα Σαββίδου
Επίτροπος Διοικήσεως και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
Εθνικός Μηχανισμός Πρόληψης Βασανιστηρίων
Υποσημειώσεις και Παραπομπές:
[1] Κανονισμός 3 (2).
[2] Πάγια νομολογία ΕΔΑΔ.
[3] Yankov v. Bulgaria (Απόφαση ΕΔΑΔ, ημερ. 11/12/2003).
[4] Άρθρο 8 Συντάγματος και άρθρο 3 Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
[5] Άρθρο 15 Συντάγματος και άρθρο 8 Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
[6] Πάγια νομολογία ΕΔΑΔ.
[7] Άρθρο 10 Συντάγματος και άρθρο 9 Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
[8] Κανονισμός 61(1).
[9] Κανονισμός 61(2).
[10] Κανονισμός 61(3).
[11] Κανονισμός 160(1), Παράρτημα 1.
[12] Κανονισμός 9.
[13] Κανονισμοί 153-162.
[14] Κανονισμός 155.