Μια νέα μετανάστρια υπήκοος τρίτης χώρας, οκτώ μηνών έγκυος, αποτάθηκε για πρώτη φορά στην ΚΙΣΑ για στήριξη και βοήθεια στις 7 Φεβρουαρίου, αφού είχε κυριολεκτικά εγκαταλειφθεί στο δρόμο στη Λευκωσία από το διακινητή της, επίσης υπήκοο τρίτης χώρας. Τρομοκρατημένη, συγχυσμένη και εντελώς χαμένη, η νεαρή γυναίκα πείσθηκε από την ΚΙΣΑ να καταγγείλει την υπόθεση στην αστυνομία, της οποίας η Μονάδα Κατά της Διακίνησης Προσώπων την αναγνώρισε αργότερα ως θύμα εμπορίας προσώπων και την τοποθέτησε στο κυβερνητικό καταφύγιο για θύματα εμπορίας προσώπων. Η υπόθεσή της υποβλήθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο από το Γραφείο του Γενικού Εισ+-αγγελέα αλλά το Δικαστήριο έκρινε ότι επρόκειτο περί πολύ σοβαρού εγκλήματος και παρέπεμψε την υπόθεση στο Ποινικό Δικαστήριο.
Σύμφωνα με πληροφορίες της ΚΙΣΑ, μετά την παραπομπή της υπόθεσης στο Ποινικό Δικαστήριο, το Γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα εξέδωσε οδηγίες για την απέλαση της εν λόγω γυναίκας και του δυο εβδομάδων βρέφους της και ζήτησε από τις μεταναστευτικές αρχές να προχωρήσουν στην απέλαση όλων των προσώπων που εμπλέκονταν στην υπόθεση. Παρά την προστασία που παρέχεται από το νόμο, η ΥΑΜ εισήλθε στο καταφύγιο για θύματα εμπορίας προσώπων για να συλλάβει και απελάσει τη μετανάστρια. Στο σημείο αυτό, η ΚΙΣΑ παρενέβη από μέρους του θύματος και πληροφόρησε τον Υπουργό Εσωτερικών, στις ενέργειες του οποίου εμφανώς θα πρέπει να αποδοθεί η αναστολή της απέλασης.
Στη βάση των πληροφοριών που έλαβε, η ΚΙΣΑ εκφράζει την έντονη ανησυχία της για το χειρισμό μιας τόσο σοβαρής περίπτωσης εμπορίας προσώπων, για τους ακόλουθους λόγους:
- Το Γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα δεν έχει την εξουσία σύμφωνα με το νόμο να εκδίδει εντάλματα απέλασης, ενώ ταυτόχρονα έχει καθήκον να διώκει διακινητές με τη δέουσα προσοχή και επιμέλεια και να διασφαλίζει ότι τα θύματα εμπορίας προσώπων λαμβάνουν όλη την ενημέρωση και άλλη πληροφόρηση που χρειάζεται για να ασκήσουν το δικαίωμα τους για αποζημίωση. Δεν είναι αποδεχτό το γεγονός ότι, επειδή οι διακινητές και το θύμα δεν είναι Κύπριοι, οι εγκληματίες αυτοί μπορούν να αφεθούν ατιμώρητοι και το θύμα να μην προστατεύεται και τα δικαιώματά του να μη διασφαλίζονται, βρίσκοντας εύκολη διέξοδο με την απέλαση. Τα μηνύματα που στέλλονται στην κοινωνία με τέτοιες αποφάσεις είναι πως απλώς ξεφορτωνόμαστε το πρόβλημα και δεν το αντιμετωπίζουμε αποτελεσματικά και σύμφωνα με τις υποχρεώσεις μας που απορρέουν από την εθνική και διεθνή νομοθεσία.
- Οι μεταναστευτικές αρχές δεν εφάρμοσαν τη νομοθεσία, η οποία πολύ συγκεκριμένα προβλέπει για την προστασία των θυμάτων εμπορίας προσώπων και για το δικαίωμά τους να παραμείνουν στη χώρα μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης. Επομένως, είναι απαράδεχτο το γεγονός ότι εν λόγω αρχές ακολούθησαν τυφλά τις οδηγίες του Γραφείου του Γενικού Εισαγγελέα για απέλαση του θύματος και των δραστών της εγκληματικής αυτής πράξης χωρίς να πρώτα να αξιολογήσουν την υπόθεση.
- Η ΥΑΜ δεν θα έπρεπε να εισέλθει στο καταφύγιο για να συλλάβει το θύμα για σκοπούς απέλασής του. Το καταφύγιο θα έπρεπε να αποτελεί χώρο όπου τα θύματα προστατεύονται και αισθάνονται ασφαλή.
- Οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας έχουν καθήκον να προστατεύουν τα θύματα από την ΥΑΜ και δεν έπρεπε να της επιτρέψει την είσοδο στο καταφύγιο, ενέργεια που από μόνη της εκφοβίζει όλα τα θύματα εμπορίας προσώπων που ευρίσκονται στο καταφύγιο.
Η ΚΙΣΑ καταδικάζει επίσης το γεγονός πως, παρά τη συμφωνία που επιτεύχθηκε πρόσφατα ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για την Εγκληματικότητα ότι οι ΜΚΟ θα μπορούν να επισκεφθούν το καταφύγιο για να παρέχουν στήριξη στα θύμα, οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας δεν έχουν μέχρι σήμερα εφαρμόσει αυτή τη συμφωνία και δεν επιτρέπουν πρόσβαση στα θύματα από τις ΜΚΟ, ακόμη και όταν τα θύματα παραπέμφθηκαν στο καταφύγιο από τις ΜΚΟ.
Υπό το φως των πιο πάνω, η ΚΙΣΑ καλεί για την επισταμένη διερεύνηση και δέουσα προσοχή του όλου θέματος και τη λήψη όλων των προβλεπόμενων μέτρων εναντίον όσων είναι υπεύθυνοι για την παραβίαση της νομοθεσίας για την εμπορία προσώπων.