Έκθεση Επιτρόπου Διοικήσεως
ως Εθνικής Ανεξάρτητης Αρχής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
αναφορικά με την ανάγκη ρύθμισης του νομικού καθεστώτος
μεταναστών με μακρά και εδραιωμένη παραμονή στην Κύπρο
ΔΡΑΣΗ 7/2013, 10 Οκτωβρίου 2013
Προϊστάμενος: Άριστος Τσιάρτας
Ερευνών λειτουργός: Νάσια Διονυσίου
Ένα από τα πιο κρίσιμα ζητήματα με τα οποία βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη η κυπριακή μεταναστευτική πολιτική είναι ο τρόπος χειρισμού των οικογενειών μεταναστών, οι οποίες παρόλο που διαμένουν στην Κύπρο συνεχόμενα για μεγάλο χρονικό διάστημα, που συχνά υπερβαίνει τη δεκαετία, έχουν προσαρμοστεί στον κυπριακό τρόπο ζωής, έχουν αναπτύξει δεσμούς με τη χώρα, έχουν συνεισφέρει στην οικονομία και υπήρξαν συνεπείς με τις υποχρεώσεις τους, αδυνατούν να συνεχίσουν να νομιμοποιούν την παραμονή τους, με αποτέλεσμα να τους ζητείται να εγκαταλείψουν την Κύπρο. Στις οικογένειες αυτές συμπεριλαμβάνονται και παιδιά, τα οποία είτε γεννήθηκαν εδώ, είτε εδώ πέρασαν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους, φοίτησαν σε δημόσια σχολεία, έμαθαν να μιλούν, πολλές φορές μόνο, την ελληνική γλώσσα, καθώς και να ζουν και να συμπεριφέρονται με βάση τις τοπικές συνήθειες, και εν τέλει έχασαν επαφή με τη χώρα καταγωγής των γονέων τους. Τα πρόσωπα αυτά, τις περισσότερες φορές πλήρως ενταγμένα στην κυπριακή κοινωνία και πραγματικότητα, εξαναγκάζονται σήμερα να εγκαταλείψουν τη χώρα την οποία γνωρίζουν ως μόνη πατρίδα και να επιστρέψουν σε ένα άγνωστο τόπο, με τον οποίο ελάχιστα, πρακτικά και συναισθηματικά, πια τον συνδέουν. Κι όταν δεν συναινέσουν σε οικιοθελή επιστροφή τους, υπόκεινται σε διαδικασία απέλασης, η οποία συχνά συνοδεύεται από κράτηση, διάσπαση της ενότητας των μελών της οικογένειας και απαγόρευση νέας εισόδου στην Κύπρο.
Η παράλειψη της κυπριακής πολιτείας να σχεδιάσει και να υιοθετήσει ένα σαφές πλαίσιο ελέγχου και ρύθμισης της μετανάστευσης, και όταν ακόμη κατέστη εμφανές ότι η χώρα μετεξελισσόταν από χώρα αποστολής μεταναστών σε χώρα υποδοχής μεταναστών, η αδυναμία του νομοθετικού πλαισίου να ανταποκριθεί στις σύγχρονες προκλήσεις και απαιτήσεις της μετανάστευσης, η άρνηση των αρμόδιων μεταναστευτικών αρχών να παραδεχθούν ότι κάποιος αριθμός μεταναστών θα αποκτήσει εύλογες αξιώσεις συνέχισης της παραμονής του και απόκτησης δικαιωμάτων ή θα καταστεί μη απελάσιμος και άρα θα πρέπει να νομιμοποιηθεί, η εμμονή στην τήρηση αχρείαστα γραφειοκρατικών και χρονοβόρων διαδικασιών για τον καθορισμό του καθεστώτος διαμονής των υπηκόων τρίτων χωρών, η απουσία προγραμμάτων οικειοθελούς επαναπατρισμού, η παραχώρηση ευρείας διακριτικής ευχέρειας στις εμπλεκόμενες αρχές, με αποτέλεσμα την περιπτωσιολογική αντιμετώπιση των ζητημάτων, χωρίς συνοχή, συνέπεια και διαφάνεια και η προσπάθεια τήρησης των σχετικών ευρωπαϊκών υποχρεώσεων στο ελάχιστο απαιτούμενο μέτρο και συχνά μόνο επιφανειακά, αποτελούν μερικούς από τους παράγοντες οι οποίοι έχουν συμβάλει, αφενός, στη δημιουργία του ζητήματος που περιγράφεται πιο πάνω και, αφετέρου, στον αδιέξοδο έως τώρα χειρισμό του.
Το Γραφείο μου καλείται σχεδόν καθημερινά να παρέμβει σε τέτοιες περιπτώσεις, με τις δυνατότητες μου να είναι πολύ περιορισμένες, αφού η παραχώρηση ή μη ειδικού καθεστώτος παραμονής σε μετανάστες που εξέπεσαν της νομιμότητας εμπίπτει στην απόλυτη διακριτική ευχέρεια του Υπουργού Εσωτερικών, χωρίς συγκεκριμένες νομοθετικές κατευθύνσεις, όρους ή κριτήρια. Ταυτόχρονα, τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα έχουν να αντιμετωπίσουν τις πρακτικές συνέπειες του άτυπου καθεστώτος τους, που συνίστανται στην αδυναμία τους να εργαστούν, να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες πρόνοιας ή υγείας και γενικά να εξασφαλίσουν αξιοπρεπή διαβίωση, στην κοινωνική και οικονομική περιθωριοποίησή τους, που τους καθιστά περισσότερο ευάλωτους σε εκμετάλλευση ή και επίδειξη παραβατικών συμπεριφορών, και στη συναισθηματική ανασφάλεια και αβεβαιότητα που υφίστανται.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, αποφάσισα να εξετάσω το ζήτημα κατά τρόπο συστηματικό, ώστε να αναδειχθούν, τόσο οι αδυναμίες του υφιστάμενου θεσμικού και διαδικαστικού πλαισίου σε σχέση με την παραχώρηση καθεστώτος νομιμότητας σε μετανάστες με εδραιωμένη παραμονή στην Κύπρο, όσο και η υποχρέωση του κράτους, βάσει των νομικών αρχών και της πρακτικής που έχουν αναπτυχθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο, να αναγνωρίσει το δικαίωμα των προσώπων αυτών να συνεχίσουν να διαμένουν στην Κύπρο και να τους παραχωρήσει ένα ελάχιστο, αλλά ικανοποιητικό, φάσμα προστασίας και διευκολύνσεων.
Η παρέμβασή μου έχει ως βάση τις διευρυμένες αρμοδιότητες που έχουν ανατεθεί στον Επίτροπο Διοικήσεως και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για σεβασμό, προστασία και προαγωγή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κύπρο, και συγκεκριμένα δυνάμει της παραγράφου (ii), εδαφίου (δ), άρθρου 5 των περί Επιτρόπου Διοικήσεως Νόμων του 1991 έως 2011, βάσει του οποίου ο Επίτροπος μπορεί να υποβάλλει εκθέσεις με απόψεις, εισηγήσεις και προτάσεις σε περίπτωση που, κατά τη διερεύνηση παραπόνου για παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή εν γένει κατά την άσκηση των εξουσιών του, διαπιστώνει ότι υπάρχει ανάγκη για προώθηση και προστασία ανθρωπίνων δικαιωμάτων, διατήρηση ή επέκταση της προστασίας τους και τήρηση θεμελιωδών αρχών από τις υπηρεσίες. Απόψεις, εισηγήσεις και προτάσεις, υπό την πιο πάνω έννοια, δυνατόν να αφορούν σε πρακτικά μέτρα και νομοθετικές ρυθμίσεις.
Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρη την έκθεση σε μορφή pdf εδώ: Δράση 7-13-10.10.2013