Η βρετανική κυβέρνηση αποφάσισε να χορηγήσει επ’ αόριστο άδεια εισόδου στο Ηνωμένο Βασίλειο στις και στους πρόσφυγες που είχαν ναυαγήσει και εγκλωβιστεί τα τελευταία 20 χρόνια στις στρατιωτικές βάσεις της στην Κύπρο.
Οι έξι οικογένειες προσφύγων, οι οποίες εκπροσωπούνται νομικά από την εταιρία Leigh Day, διεκδικούν δικαστικά τα τελευταία τέσσερα χρόνια άδεια εισόδου στο Ηνωμένο Βασίλειο και λίγο πριν την τελική ακρόαση της υπόθεσης από το Ανώτατο Δικαστήριο, η βρετανική κυβέρνηση προσφέρθηκε για διακανονισμό της υπόθεσης δίνοντας σε όλες τις οικογένειες επ’ αόριστο άδεια εισόδου στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Τον Οκτώβριο του 1998, οι έξι επικεφαλείς των οικογενειών ήταν μεταξύ των 75 ατόμων από την Αιθιοπία, το Σουδάν και την Συρία που κατέληξαν στις ακτές των στρατιωτικών βάσεων έπειτα από το ναυάγιο ανοικτά των κυπριακών ακτών του αλιευτικού σκάφους στο οποίο επέβαιναν με προορισμό την Ιταλία. Μετά την άφιξή τους,οι έξι τέθηκαν υπό κράτηση από τον βρετανικό στρατό για 18 μήνες ενόσω προσδιοριζόταν εάν επρόκειτο ή όχι για πρόσφυγες.
Μεταξύ 1999 και 2000, οι έξι άνδρες και γυναίκες αναγνωρίστηκαν ως πρόσφυγες σύμφωνα με την Σύμβαση του 1951 για τους και τις Πρόσφυγες και αφέθηκαν ελεύθεροι/ες, ακολουθώντας τη διαδικασία που διεξάγεται από την διοίκηση των βρετανικών βάσεων σε συνεργασία με το Βρετανικό Υπουργείο Εσωτερικών και την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες. Οι έξι άνδρες και γυναίκες μαζί με τα παιδιά τους παραμένουν από τότε στις βρετανικές βάσεις και τον Ιανουάριο του 2015 κινήθηκαν νομικά εναντίον της βρετανικής κυβέρνησης, καταθέτοντας ένσταση για την άρνηση της τότε Υπουργού Εσωτερικών Τερέζα Μέι να τους δώσει άδεια εισόδου τον Νοέμβριο του 2014.
Μέχρι και σήμερα, οι οικογένειες διαμένουν σε εγκαταλελειμμένα στρατιωτικά καταλύματα στην Βάση της Δεκέλειας, κοντά στην Λάρνακα. Οι οικογένειες παράμειναν στις βάσεις υπό άθλιες συνθήκες διαβίωσης, με περιορισμένη πρόσβαση σε ιατρική περίθαλψη, διαμένοντας σε μπανγκαλόου που επρόκειτο να κατεδαφιστούν το 1997 και στα οποία βρέθηκαν δυνητικά επιβλαβείς ποσότητες αμίαντου το 2008.
Η βρετανική κυβέρνηση έχει αρνηθεί επανειλημμένα τη νομική ευθύνη για τις οικογένειές. Απεναντίας, έχει υποστηρίξει ότι δεν επεκτάθηκε ποτέ η ισχύς της Σύμβασης του 1951 για τις και τους Πρόσφυγες στις βρετανικές βάσεις της Κύπρου και ως εκ τούτου, οι οικογένειες δεν δικαιούνταν να διεκδικήσουν εγκατάσταση στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Το 2013, σύμφωνα με εκθέσεις ειδικών από την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες, οι οικογένειες των προσφύγων βρέθηκαν να υποφέρουν σε μεγάλο βαθμό από αγχώδεις διαταραχές και κατάθλιψη, ενώ όλα τα παιδιά εκτιμήθηκε ότι αντιμετωπίζουν προβλήματα στην ψυχική τους υγεία εξαιτίας των άθλιων συνθηκών διαβίωσής τους.
Κατά τη διάρκεια της υπόθεσης, η βρετανική κυβέρνηση ισχυρίστηκε ότι το2005 είχε καταλήξει σε ανεπίσημη συμφωνία με την Κυπριακή Δημοκρατία για να αποδεχθεί η Κυπριακή Δημοκρατία τους πρόσφυγες. Ωστόσο, δεν παρείχε γραπτές διαβεβαιώσεις ή εγγυήσεις σε σχέση με αυτήν τη συμφωνία από την Κυπριακή Δημοκρατία, η οποία αρνήθηκε τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους οποιαδήποτε ευθύνη σχετικά με τις και τους πρόσφυγες, σε σχετικό ερώτημα του Channel 4 της βρετανικής τηλεόρασης
Το Νοέμβριο του 2014, η τότε Υπουργός Εσωτερικών, Τερέζα Μέι, αρνήθηκε να παραχωρήσει στις και στους αιτούντες άδεια εισόδου στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η απόφαση υποβλήθηκε τον Μάρτιο του 2016 σε διαδικασία δικαστικού ελέγχου από το Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο αποφάνθηκε ότι η άρνηση της Μέι ήταν παράνομη και έπρεπε να ακυρωθεί. Η κυβέρνηση άσκησε έφεση στην απόφαση στο Εφετείο, το οποίο με τη σειρά του, τον Μάιο του 2017 αποφάσισε ομόφωνα ότι η απόφαση της κυβέρνησης να αρνηθεί στις και στους αιτούντες είσοδοστο Η.Β. ήταν παράνομη.
Η κυβέρνηση στη συνέχεια άσκησε εκ νέου έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο, έπειτα από διήμερη ακρόαση τον Δεκέμβριο του 2017, κατέληξε, τον Ιούλιο του 2018, στην προσωρινή απόφαση ότι η Σύμβαση του 1951 για τις και τους Πρόσφυγες έχει ισχύ στις βρετανικές βάσεις της Κύπρου και ζήτησε από τα διάδικα μέρη να υποβάλουν γραπτές παρατηρήσεις σχετικά με ορισμένες πρόσθετες ερωτήσεις.
Λίγο πριν την ακρόαση ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου που ήταν προγραμματισμένη για τις 26 Νοεμβρίου του 2018, η κυβέρνηση αποφάσισε για διακανονισμό της υπόθεσης, χωρίς να αποδέχεται ευθύνη, και παραχώρησε επ’ αόριστο άδεια εισόδου στο Η.Β. στις και στους έξι αιτούντες και στις οικογένειές τους.
Η Tessa Gregory, δικηγόρος της Leigh Day, δήλωσε:
«Εκφράζουμε την ικανοποίησή μας που η παρούσα ηγεσία του Υπουργείου Εσωτερικών χειρίστηκε με ανθρωπιά την υπόθεση και αποφάσισε να χορηγήσει στις και στους πελάτες μας και τις οικογένειές τους άδεια εισόδου στο Η.Β. για μόνιμη διαμονή. ’Οι επικεφαλείς αυτών των έξι οικογενειών προσφύγων που κατέληξαν στις βρετανικές βάσεις το 1998 τράπηκαν σε φυγή από τις χώρες τους εξαιτίας ανυπόφορων συνθηκών. Αντί να γίνουν ευπρόσδεκτες/οι από το Η.Β. ως πρόσφυγες,οι άνθρωποι αυτοί αφέθηκαν σε κατάσταση αβεβαιότητας για είκοσι χρόνια και αναγκάστηκαν να μεγαλώσουν τα παιδιά τους σε πολύ κακής ποιότητας οικήματα,γεμάτα από θανατηφόρο αμίαντο και χωρίς επίσημη ταυτότητα. Οι πελάτες μου θέλουν τώρα να αφήσουν πίσω τους όλα αυτά τα χρόνια και να χτίσουν μια νέα ζωή στο Η.Β. με σταθερότητα και ασφάλεια. Τις επόμενες μέρες ελπίζουμε να δουλέψου με στενά με το Υπουργείο Εσωτερικών και τους άλλους φορείς για να εξασφαλίσουμε ότι οι οικογένειες των προσφύγων θα λάβουν την κατάλληλη στήριξη κατά την άφιξή τους στο Η.Β. και να κάνουμε τη μετάβασή τους όσο το δυνατόν πιο ομαλή.»
Ο Tag Bashir, ο κύριος αιτητής στην υπόθεση, δήλωσε:
«Το μόνο που θέλουμε είναι να ευχαριστήσουμε όλες και όλους που εργάστηκαν τόσο σκληρά για να μας βοηθήσουν να διαφύγουμε από τον εικοσάχρονο εφιάλτη μας.Δεν μπορώ να εκφράσω πόσο χαρούμενες είναι οι οικογένειές μας που μας δόθηκε η ευκαιρία να πάμε στο Η.Β. και να ξεκινήσουμε τις ζωές μας ξανά.»
Ο Matthew Saltmarsh, εκπρόσωπος της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες, πρόσθεσε:
«Η Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες παρακολουθούσε στενά από την πρώτη στιγμή την υπόθεση, υπερασπίζοντας μια μόνιμη λύση για τα άτομα που βρέθηκαν αποκλεισμένα στις βρετανικές βάσεις, αφότου τράπηκαν σε φυγή από τις χώρες τους προκειμένου να ξεφύγουν από διώξεις και βία. Χαιρόμαστε ιδιαίτερα που η βρετανική κυβέρνηση συμφώνησε να παραχωρήσει στις και στους πρόσφυγες επ’ αόριστο άδεια διαμονής στο Η.Β. και που το ζήτημα έχει πλέον διευθετηθεί νομικά. Εξετάζουμε πλέον, σε συνεργασία με τους εταίρους μας επί του ζητήματος, τον καλύτερο δυνατό τρόπο που θα μπορούσαν τα άτομα αυτά να βοηθηθούν έτσι ώστε να ενταχθούν στο Η.Β. και να ξαναχτίσουν τις ζωές τους, οι οποίες βρίσκονται σε καθεστώς αβεβαιότητας εδώ και πολλά χρόνια.
O Δώρος Πολυκάρπου, εκτελεστικός διευθυντής της ΚΙΣΑ, δήλωσε:
Είναι με ιδιαίτερη χαρά που η ΚΙΣΑ ενημερώθηκε για τη δικαίωση των προσφύγων των βρετανικών βάσεων. Μαζί με αυτές και αυτούς δικαιώθηκε μιαπολύχρονη προσπάθεια της ΚΙΣΑ, η οποία ξεκίνησε αυτήν τη διαδικασία και τησυνέχισε παρά τις αντίξοες συνθήκες και τις αποθαρρυντικές προγνώσεις. Η ΚΙΣΑ επιθυμεί να ευχαριστήσει τα δικηγορικά γραφεία Leigh Day Solicitors και Νικολέττα Χαραλαμπίδου ΔΕΠΕ για την επιμονή τους να συνεχίσουν την υπόθεση καινα τονίσει ότι η υπόθεση αυτή συνιστά τρανταχτό παράδειγμα της σημασίας της στρατηγικής νομικής διεκδίκησης για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
ΚΙΣΑ, 05.12.2018