Η ΚΙΣΑ εκφράζει έντονες ανησυχίες για τον τρόπο που οι διωκτικές αρχές του κράτους, αντιμετωπίζουν περιστατικά βίας στην οικογένεια, ειδικότερα σε εκείνες τις περιπτώσεις όπου το θύμα είναι πολίτισσα/ πολίτης τρίτης χώρας. Πρόσφατος χειρισμός από την αστυνομία υπόθεσης λεκτικής και σωματικής βίας, εναντίων οικιακής εργαζόμενης από τη Σρι Λάνκα, η οποία παρέχει φροντίδα, σε ηλικιωμένη Κύπρια πολίτισσα, επί επτά χρόνια και επί εικοσιτετράωρου βάσεως λόγω σοβαρών προβλημάτων υγείας (νόσος άλτσχαιμερ), καταδεικνύει και επιβεβαιώνει ότι η στάση που ακολουθείται από τις διωκτικές αρχές δεν παρέχει αποτελεσματική προστασία στα θύματα.
Πιο συγκεκριμένα, πριν από δυο μήνες περίπου, ο γιος της προαναφερόμενης εργοδότριας , ο οποίος τα τελευταία 20 χρόνια διέμενε μαζί με την δική του οικογένεια σε άλλη κατοικία, επέστρεψε και εγκαταστάθηκε μετά από δική του απόφαση στο καθιστικό δύο υπνοδωματίων της προσφυγικής οικίας της μητέρας του . Από τις πρώτες ημέρες της εγκατάστασης του, ήταν επιθετικός και βίαιος απέναντι στην οικιακή εργάτρια, προσπαθώντας με απειλές και βρισιές να την εξαναγκάσει προφανώς για δικούς του λόγους, να εγκαταλείψει την εργοδότρια της.
Πριν από ένα μήνα, η οικιακή εργάτρια δέχτηκε σωματική επίθεση στην παρουσία την θυγατέρας της εργοδότριας επειδή αρνήθηκε να την εγκαταλείψει. Με από καταγγελία της θυγατέρας της εργοδότριας, μετέβησαν στο σπίτι όπου συνέβηκε το όλο περιστατικό μέλη της αστυνομίας, αντί όμως να λάβουν μέτρα προστασίας του θύματος, προέτρεψαν την θυγατέρα της εργοδότριας να «φιλοξενήσει» για λίγες μέρες την μητέρα της και την οικιακή εργάτρια στο σπίτι της , καθώς, όπως χαρακτηριστικά ανάφεραν, «οι ίδιοι δεν μπορούν να προβούν σε κάποια περαιτέρω ενέργεια».
Έκτοτε, η ηλικιωμένη εργοδότρια μαζί με την οικιακή εργάτρια της, διαμένει σε ένα δωμάτιο στον πρώτο όροφο της προσφυγικής οικίας της θυγατέρας της, αφού ο γιός της δεν επιτρέπει στην ίδια, να επιστρέψει μαζί με την οικιακή εργάτρια της πίσω στο σπίτι της. Η ακαταλληλότητα του συγκριμένου υποστατικού σε συνδυασμό με την επιβαρυμένη υγεία της ηλικιωμένης γυναίκας, έχουν συμβάλλει στην επιδείνωση της κατάστασης της.
Ο μέχρι σήμερα χειρισμός της συγκεκριμένης υπόθεσης έχει αποδεχτεί ιδιαίτερα προβληματικός αφού αφενός η ηλικιωμένη εργοδότρια, έχει στην ουσία εξαναγκαστεί να εγκαταλείψει το σπίτι της, και αφετέρου η οικιακή εργάτρια, ως θύμα σωματικής και λεκτικής βίας, δεν έχει προστατευθεί στη βάση του νόμου για τη βία στην οικογένεια. Ο θύτης, συνεχίζει να διαμένει ανενόχλητος στο υπό «κατάληψη» σπίτι της μητέρας του, στηριζόμενος κυρίως στην ανοχή και τη μη αποτελεσματική παρέμβαση των διωκτικών αρχών, οι οποίες όλο αυτό το διάστημα, ακολουθούν με «ουδέτερη στάση», που στην ουσία θυματοποιεί εκ νέου τα εξαρχής θύματα της υπόθεσης.
Επιπρόσθετα, η μη αποτελεσματική παρέμβαση της αστυνομίας στην συγκεκριμένη υπόθεση, εκ των πραγμάτων φαίνεται να έχει αποθρασύνει τον δράστη εντελώς, αφού έχει επανειλημμένα απειλήσει την κόρη της ηλικιωμένης εργοδότριας, ότι θα την σκοτώσει εάν συνεχίσει να υπερασπίζεται αυτό τον «πίθηκο» , όπως ο ίδιος χαρακτηρίζει την οικιακή εργάτρια.
Το πιο πάνω περιστατικό είναι ενδεικτικό της κατάσταση που επικρατεί σε σχέση με περιστατικά βίας κατά μεταναστριών. Η ΚΙΣΑ, θεωρεί ότι η μη αποφασιστική στάση των διωκτικών αρχών υπέρ των θυμάτων και ο χειρισμός των υποθέσεων τους σύμφωνα με το νόμο για την βία στην οικογένεια, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στον αυξανόμενο αριθμό περιστατικών βίας που έχουν σημειωθεί το τελευταίο διάστημα. Θεωρούμε ότι, περιστατικά βίας κατά μεταναστριών και γενικότερα κατά των γυναικών, δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν χωρίς την αποφασιστική παρέμβαση της αστυνομίας, η οποία θα πρέπει να επιτελεί τον ρόλο της, συμβάλλοντας στην αποτελεσματική προστασία των θυμάτων και στην τιμωρία των θυτών.
Υπό το φώς των πιο πάνω, καλούμε:
- Τις διωκτικές αρχές να προχωρήσουν άμεσα στην ποινική δίωξη του θύτη και στην έκδοση διατάγματος , το όποιο θα του απαγορεύει να πλησιάζει τα θύματα, και θα τον απομακρύνει από το σπίτι της εργοδότριας, προκειμένου αυτή και η εργοδοτούμενη της να μπορέσουν να επιστρέψουν στην οικία τους.
- Τις διωκτικές αρχές να αντιμετωπίζουν τα περιστατικά βίας ενάντια σε οικιακές εργαζόμενες, από άτομα που ζουν στην ίδια κατοικία, ως υποθέσεις βίας στην οικογένεια, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Περί Καταπολέμησης της Βίας στην Οικογένεια Νόμου.
- Τα μέλη της αστυνομίας να μεταχειρίζονται ισότιμα και να λαμβάνουν αποτελεσματικά μέτρα για προστασία των θυμάτων βίας, ανεξάρτητα από το καθεστώς παραμονής και εθνοτικής τους καταγωγής περιλαμβανομένης και της έκδοσης διαταγμάτων αποκλεισμού των θυτών για προστασία των θυμάτων.