Η Παγκόσμια Ημέρα Μεταναστών (18 Δεκεμβρίου)i μας βρίσκει φέτος αντιμέτωπους με μπαράζ μισαλλόδοξων επιθέσεων από την ακροδεξιά και τους εθνικιστές συνοδοιπόρους της κατά των δικαιωμάτων των μεταναστών, των παιδιών με μεταναστευτική βιογραφία, της αρχής της μη διάκρισης και του κράτους δικαίου γενικότερα.
Η ακροδεξιά με την υποδαύλιση των εθνικιστών και τη στήριξη μεγάλης μερίδας των mainstream media επιτείνει ακόμα περισσότερο την εκστρατεία δυσφήμησης και αποξένωσης των ασυνόδευτων παιδιών. Καθημερινές δηλώσεις ρητορικής μίσους iiπαρελαύνουν καθημερινά από όλα σχεδόν τα ΜΜΕχωρίς αντίλογο και αμφισβήτηση.
Στο επίπεδο του κοινοβουλίου οι δυνάμεις αυτές, συνεπικουρούμενες από τα κόμματα …. αναθεώρησαν την νομοθεσία για τα ασυνόδευτα παιδιά ούτως ώστε μέσα από αμφισβητούμενης αξιοπιστίας διαδικασίες και εξετάσεις προσδιορισμού της ηλικίας τους, σε περίπτωση που αρνηθούν να τις υποστούν αφού επηρεάζουν την υγεία τους, να θεωρούνται ενήλικες και να παραβιάζονται τα δικαιώματα τους.
Χαρακτηριστική είναι, μεταξύ άλλων, η επίθεση που εξαπέλυσαν κατά των δικαιωμάτων των παιδιών με μεταναστευτική βιογραφία σε σχέση με την αύξηση του επιδόματος τέκνου. Οι εκπρόσωποι των νεοναζί στη Βουλήiii δεν δίστασαν να δηλώσουν ευθαρσώς ότι εναντιώνονται στη στήριξη για αύξηση γεννήσεων παιδιών από μικτούς γάμους ή και μη Κύπριους γονείς γιατί αυτά τα παιδιά δεν είναι «ελληνόπουλα». Μάλιστα καταψήφισαν την αύξηση του επιδόματος τέκνου για όλο τον πληθυσμό ώστε να αποκλειστούν τα παιδιά με μεταναστευτική βιογραφία.
Στη βάση της ίδιας ρατσιστικής και εθνικιστικής προσέγγισης, προχώρησαν στην τροποποίηση της Νομοθεσίας για νομική αρωγή σε υποθέσεις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, με την οποία στερούν το δικαίωμα επιλογής του δικηγόρου τους, αναπόσπαστο στοιχείο του δικαιώματος δίκαιης δίκης σε αιτητές ασύλου, ακόμα και στην πολύ απίθανη περίπτωση που τους εγκριθεί νομική αρωγή, φαινόμενο σπάνιο. Σύμφωνα με τον ακροδεξιό Βουλευτή, Σωτήρη Ιωάννου, η πρόταση «είχε κατατεθεί από το ΕΛΑΜ και έχει υιοθετηθεί πλήρως από το Υπουργείο Δικαιοσύνης»iv.
Τα περί καταπολέμησης των κυκλωμάτων δικηγόρων στην ουσία είναι συνθήματα για εσωτερική κατανάλωση και παραπλάνηση του λαού. Στην πραγματικότητα, οι εγκρίσεις για νομική αρωγή δεν ξεπερνούν μερικές δεκάδες τον χρόνο και επομένως καθόλου δεν αγγίζουν το θέμα των κυκλωμάτων δικηγόρων. Αντίθετα, η κατάργηση του δικαιώματος επιλογής δικηγόρου εκτός από παράνομη οδηγεί τους αιτητές στα χέρια των κυκλωμάτων που μέχρι σήμερα μέσω των συνεργατών τους στις διάφορες κοινότητες διέδιδαν στους αιτητές ότι οι αιτήσεις για νομική αρωγή δεν έχουν κανένα βαθμό επιτυχίας και ως εκ τούτου είναι καλύτερα να πληρώσουν από την αρχή τους δικηγόρους στους οποίους τους «προωθούσαν» για να αποφύγουν την άσκοπη ταλαιπωρία τους με τις αιτήσεις νομικής αρωγής.
Η ΚΙΣΑ καλεί την κυβέρνηση και τα κόμματα του ούτω καλούμενου δημοκρατικού τόξου να προχωρήσουν στην τροποποίηση του περί Νομικής Αρωγής Νόμου και υιοθετήσουν τις διατάξεις σχετικής οδηγίες της Ε.Ε. για τη δημιουργία καταλόγου δικηγόρων οι οποίοι να έχουν εκπαιδευτεί και καταρτιστεί κατάλληλα για να δικαιούνται να συμπεριληφθούν στη λίστα αυτή, ως το μόνο αποτελεσματικό μέτρο καταπολέμησης κυκλωμάτων στις τάξεις των δικηγορικών γραφείων, κάτι που μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει ούτε και απαιτείται.
Αποκορύφωμα των επιθέσεων των νεοναζί του ΕΛΑΜ και των εθνικιστών συνοδοιπόρων του, αποτέλεσε το κάλεσμα τους για σύλληψη και απέλαση των Σύρων προσφύγων vπου και νομικά και ηθικά είχαν κάθε δικαίωμα να βγουν στους δρόμους και να διαδηλώσουν υπέρ της πτώσης του καθεστώτος Άσαντ.
Στα μάτια των νεοναζί και των λοιπών εθνικιστών, το σύνολο των δυνάμεων της συριακής εξέγερσης αλλά και ο Συριακός λαός κατά του καθεστώτος είναι φανατικοί τρομοκράτες που δεν πρέπει να απολαμβάνουν βασικά ανθρώπινα δικαιώματα όπως αυτό της ελευθερίας έκφρασης, ή του συναθροίζεσαι στην Κύπρο, μια θέση άκρως επικίνδυνη για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του συνόλου της κοινωνίας.
Αν η κυβέρνηση όλα αυτά τα χρόνια σεβόταν στο ελάχιστο τα δικαιώματα των προσφύγων στην Κύπρο, σήμερα θα έλπιζε αρκετοί από αυτούς να θέλουν να συμβάλουν στην καλή σχέση της κυβέρνησης με τη νέα κυβέρνηση της Συρίας και να είναι οι καλύτεροι «πρεσβευτές» της Κύπρου στη νέα Συρία.
Θλιβερό είναι επίσης το γεγονός ότι η κυβέρνηση, παρά τις εξαγγελίες της για διεκδίκηση «πρωτοποριακού ρόλου» στα γεγονότα και εξελίξεις στη μετά Άσαντ Συρία, δεν βρήκε μια θετική και υποστηρικτική κουβέντα να πει δημόσια για τους πρόσφυγες που ζουν εδώ και που πολλοί από αυτούς βασανίστηκαν, καταδιώχθηκαν ή και έχασαν δικούς τους ανθρώπους στα χέρια του καθεστώτος. Αντίθετα, δήλωσε πρώτη και καλύτερη ανάμεσα στις άλλες χώρες της ΕΕ, ότι πολύ θα χαρεί να “διευκολύνει” την αποχώρηση των Σύρων προσφύγων από την Κύπρο.
Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε με ιδιαίτερη ανησυχία ότι το νεοναζιστικό κόμμα ΕΛΑΜ έχει ρυμουλκήσει τον ΔΗΣΥ που συμμετέχει στο ΕΛΚ κα τα δύο άλλα κόμματα (ΔΗΚΟ / ΕΔΕΚ) που συμμετέχουν στο S&D σε ένα άκρως ξενόφοβο και αντιμεταναστευτικό μέτωπο με αποτέλεσμα να έχει μια σταθερή κοινοβουλευτική πλειοψηφία υπέρ των διάφορων αντιμεταναστευτικών και αντιπροσφυγικών νομοθετημάτων και κοινοβουλευτικών θέσεων, ακόμη και όταν αυτά εξόφθαλμα ευρίσκονται σε σύγκρουση τόσο με το Σύνταγμα όσο και το Ευρωπαϊκό κεκτημένο και τις διεθνείς συμβάσεις που έχει κυρώσει και δεσμεύουν την Κύπρο.
Η ΚΙΣΑ, με την ευκαιρία της Παγκόσμιας Ημέρας για τα Δικαιώματα των Μεταναστών, κρούει για μια ακόμη φορά τον κώδωνα του κινδύνου για τους σοβαρούς κινδύνους που εγκυμονεί για ολόκληρη την κοινωνία η άνοδος της ακροδεξιάς και των εθνικο-λαϊκιστών συνοδοιπόρων τους και καλεί την πολιτεία να αναλογιστεί και να αναλάβει τις ευθύνες της για αντιμετώπιση αντί για το στρώσιμο του χαλιού σ’ αυτές τις δυνάμεις.
Ταυτόχρονα, εκφράζουμε την ανησυχία μας για την αδυναμία των πολιτικών δυνάμεων που εναντιώνονται σε αυτή την εξέλιξη να αρθρώσουν πειστικό πολιτικό αντίλογο και να διασφαλίσουν την αναχαίτηση αυτής της καταστροφικής για τον τόπο πορείας.
Δυστυχώς, εκτός από την πλειοψηφία των ΜΜΕ που αναμεταδίδει αμάσητα και χωρίς αντίλογο τα μηνύματα τους στην κοινωνία, αδυναμία παρουσιάζουν και οι ανεξάρτητες αρχές προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ιδιαίτερα η Επίτροπος Διοίκησης, η οποία αποφεύγει να αναλάβει τον ρόλο της και να σταθεί μαζί με τις ΜΚΟ ανάχωμα στη διάδοση των ρατσιστικών τους θέσεων και της ρητορικής μίσους που συστηματικά εκφέρουν οι δυνάμεις αυτές κατά συγκεκριμένων κοινωνικών, θρησκευτικών και εθνοτικών ομάδων και την άνοδο τους στη κοινωνία ευρύτερα.
Διοικητικό Συμβούλιο