Η ΚΙΣΑ – Κίνηση για Ισότητα, Στήριξη και Αντιρατσισμό εκφράζει την έντονη ανησυχία και δυσαρέσκεια της για τις δηλώσεις δημόσιων προσώπων, τα οποία για πολιτικές σκοπιμότητες προσπαθούν να φορτώσουν στις πλάτες των πιο ευάλωτων κοινωνικών ομάδων (κυρίως τους πρόσφυγες, τους αιτητές ασύλου και τα θύματα εμπορίας ανθρώπων) τις πιο δυσμενείς συνέπειες της οικονομικής κρίσης που μαστίζει τον τόπο μας.
Η ΚΙΣΑ εκφράζει την ανησυχία της ιδιαίτερα για τις τοποθετήσεις της Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η οποία με τις δηλώσεις της αναφορικά με τα μέτρα για την καταπολέμηση της ανεργίας και την επιδοματική πολιτική αντιστρατεύεται και υποσκάπτει τον ίδιο το ρόλο και ευθύνη του υπουργείου της για στήριξη των ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού και την διατήρηση της κοινωνικής συνοχής. Ταυτόχρονα, οι δηλώσεις αυτές παραβιάζουν τόσο το εθνικό όσο και το ευρωπαϊκό δίκαιο, και πολιτικές για την καταπολέμηση των διακρίσεων, τα οποία διασφαλίζουν ότι τα όποια επιδοματικά μέτρα για στήριξη των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων που έχουν επηρεαστεί από την κρίση, είτε αυτά προέρχονται από εθνικούς είτε από κοινοτικούς πόρους, θα πρέπει να παρέχονται στο σύνολο των ανθρώπων που τα δικαιούνται, χωρίς να γίνονται οποιεσδήποτε διακρίσεις και κυρίως χωρίς να στηρίζονται στο ρατσιστικό κριτήριο της εθνοτικής καταγωγής.
Η ΚΙΣΑ υπογραμμίζει επίσης το γεγονός ότι ενώ οι αρμόδιοι αξιωματούχοι γνωρίζουν ότι η παροχή των εν λόγω επιδομάτων, περιλαμβανομένων και δικαιωμάτων που το κράτος καθυστέρησε να καταβάλει (αναδρομικών δικαιωμάτων) είναι υποχρεωτική σύμφωνα με την νομοθεσία, με τις δηλώσεις τους δίνουν την εντύπωση ότι το κράτος επιδιώκει να υιοθετήσει μια πρακτική επιλεκτικής εφαρμογής των νόμων, με σκοπό να περιορίσει τα δικαιώματα δικαιούχων ομάδων, στη βάση μάλιστα ρατσιστικών διακρίσεων. Η ΚΙΣΑ κρούει εκ νέου το κώδωνα του κινδύνου ότι οι συγκεκριμένες πολιτικές σε περίπτωση μη αναχαίτισης τους θα οδηγήσουν στη νομιμοποίηση του κουτσουρέματος των δικαιωμάτων όλων των ευπαθών ατόμων και κοινωνικών ομάδων που ζουν στη χώρα μας.
Ακόμη και από οικονομικής πλευράς η πολιτική αυτή είναι κοντόφθαλμη, αφού σε περίπτωση που δοθούν χαμηλότερα επιδόματα από όσα ήδη προβλέπονται από τη νομοθεσία και τις δεσμεύσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας έναντι της ΕΕ, κάτι τέτοιο όχι μόνο θα είναι παράνομο, αλλά ενδέχεται να οδηγήσει σε δικαστικές διαδικασίες και καταδίκες, οι οποίες με τη σειρά τους θα επιφέρουν πολύ περισσότερα έξοδα, τα οποία θα κληθούν να πληρώσουν όλοι οι φορολογούμενοι πολίτες.
Πρόσθετα, η ΚΙΣΑ δηλώνει εμφατικά ότι οι τοποθετήσεις περί «επιδομάτων υπηκόων τρίτων χωρών» δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Η συντριπτική πλειοψηφία των υπηκόων τρίτων χωρών που ζουν, εργάζονται και συνεισφέρουν σ’ αυτή τη χώρα τα τελευταία 20 χρόνια (80,000 – 100.000 περίπου) σε αντίθεση με όλα τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της ΕΕ δεν έχουν καν το δικαίωμα με βάση το νόμο να αιτηθούν αυτά τα επιδόματα, παρά το γεγονός ότι καταβάλλουν για χρόνια στα ταμία αυτά εισφορές. Στην πραγματικότητα, επιδόματα παίρνει μόνο μία μερίδα αναγνωρισμένων προσφύγων, αιτητών ασύλου και θυμάτων εμπορίας ανθρώπων, όταν είναι άνεργοι ή δεν μπορούν λόγω προβλημάτων υγείας να εργαστούν, οι οποίοι αποτελούν ένα πολύ μικρό ποσοστό των υπηκόων τρίτων χωρών.
Τον τελευταίο καιρό γίνονται επίσης συχνά αναφορές από αξιωματούχους για αντικατάσταση του χρηματικού ποσού που καταβάλλεται ως μηνιαίο επίδομα με «κουπόνια». Η ΚΙΣΑ θέλει να ενημερώσει τους πολίτες ότι οι σχετικές δηλώσεις είναι τουλάχιστον παραπλανητικές. Το εν λόγο νομοσχέδιο που ετοιμάστηκε από το Υπουργείο Εργασίας προβλέπει το δικαίωμα στις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας να παρέχουν το επίδομα υπό την μορφή «κουπονιών» σε οποιοδήποτε λήπτη, κύπριο και μη και ως εκ τούτου, αποσκοπεί στην εισαγωγή ενός εξευτελιστικού για την προσωπικότητα των ανθρώπων μέτρου, το οποίο στρέφεται εναντίον όλων των ευπαθών ατόμων συμπεριλαμβανομένων και των κυπρίων ληπτών. Οι δηλώσεις και μέτρα των δημόσιων αξιωματούχων επί του θέματος ουσιαστικά παραβιάζουν από την μια την αρχή της μη-διάκρισης και της ισότιμης αντιμετώπισης όλων των πολιτών από το νόμο, και από την άλλη προετοιμάζουν το έδαφος για τη σταδιακή κατάργηση δικαιωμάτων του συνόλου των ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού.
Η ΚΙΣΑ καλεί την κυβέρνηση και τους αξιωματούχους να προσαρμόσουν τόσο τις δημόσιες δηλώσεις τους όσο και τις πολιτικές τους για στήριξη των ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού στη βάση της αρχής της μη διάκρισης και της ισότητας όλων των ανθρώπων, με πλήρη σεβασμό και συνέπεια προς το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο.